Γράφει: Σοφία Δήμτσα
Ένα πλάκωμα από το πρωί, μια μαυρίλα….
Δεν ξέρω τους λόγους για τους οποίους ο 77χρονος έβαλε τέρμα στη ζωή του. Σίγουρα, όμως, ο τρόπος και ο τόπος στέλνουν ένα σαφές μήνυμα.
Ακούω, από την ώρα που δημοσιοποιήθηκε αυτή η θλιβερή είδηση, δεκάδες διαφορετικές απόψεις, αναλύσεις, ανακρίβειες…
Δεν ξέρω αν είχε οικονομικά προβλήματα, αν ήταν οργανωμένος σε κάποιο κόμμα και δεν με αφορά.
Όταν ένας άνθρωπος, σε αυτή την ηλικία, παίρνει ένα πιστόλι και τινάζει τα μυαλά του στον αέρα μπροστά στη Βουλή, δεν μπορώ να αδιαφορήσω.
Γιατί με αυτή την κίνηση απλά έφερε εικόνες που θα μπορούσαν να εκτυλιχθούν οπουδήποτε στην Ελλάδα.
Σ’ αυτή την κατάσταση μας έχουν φέρει. Η μάνα μου ζει με μια σύνταξη των 700 ευρώ, σε μια πόλη της Βορείου Ελλάδος, όπου πληρώνει κάθε μήνα για πετρέλαιο 500 ευρώ. Από τον Οκτώβριο, που θα διπλασιαστεί η τιμή του πετρελαίου, η σύνταξη δεν θα φτάνει.
Πολλές φίλες της ζουν με ακόμη χαμηλότερη σύνταξη … και 400 ευρώ…
Και όχι μόνο οι συνταξιούχοι. Κι εμείς που έχουμε ακόμη το “προνόμιο” να εργαζόμαστε… Κάθε μέρα η ίδια αγωνία, πώς θα πληρωθούν οι λογαριασμοί; Ξυπνάς και φοβάσαι να ανοίξεις το γραμματοκιβώτιο, φοβάσαι να σηκώσεις το τηλέφωνο: τράπεζες, εισπρακτικές, χρωστάτε -δεν έχω-πληρώστε -θα κινηθούμε δικαστικά… εφορίες, εισφορές-έκτακτες, τακτικές, τέλη κυκλοφορίας, χαράτσια της ΔΕΗ…
Πού θα πάει η κατάσταση;
Το κακό είναι ότι δεν υπάρχει καμία απάντηση για το πού θα μας βγάλει αυτός ο δρόμος.
Δουλειές δεν υπάρχουν ή και να υπάρχουν δεν πληρώνουν. Και οικονομίες να έχεις, τελειώνουν…
Πόση ακόμη λιτότητα αντέχουμε;
Πόση ακόμη κατάθλιψη αντέχουμε;
Πού θέλουν να μας φθάσουν;
Δεν έχω καμία απάντηση στα ερωτήματα.
Αυτό που ξέρω, όμως, είναι ότι ο φόβος και η αβεβαιότητα σα να μαλακώνουν λίγο όταν μιλάω με τους φίλους μου, όταν τους βλέπω, έστω για λίγο και λέμε κάτι διαφορετικό από τα μίζερα της καθημερινότητας.
Αυτό που ξέρω είναι ότι η μάνα μου, σα να παίρνει τα πάνω της κάθε φορά που της τηλεφωνώ, έστω κι αν είμαι μακρυά.
Το ίδιο και η θεία μου, το ίδιο και κάθε ηλικιωμένος συνάνθρωπός μας, που αισθάνεται ότι κάποιοι τον σκέφτονται.
Γιατί η ανθρώπινη επαφή μπορεί να πάρει τις σκέψεις σου από το οικονομικό σου πρόβλημα. Να νιώσεις ότι δεν είσαι μόνος…
Μήπως αυτή είναι η απάντηση; Να δώσουμε ο ένας στον άλλο να καταλάβει ότι κανείς δεν είναι μόνος; Μήπως αυτή, τελικά, είναι η δύναμή μας απέναντί τους;
Έτσι, μας θέλουν, καταβεβλημένους, σιωπηλούς, ανενεργούς … Γιατί να τους κάνουμε το χατήρι;
Θα ζήσουμε ρε, για να σας τη σπάσουμε…
Απο το aiXmi.gr
Δεν ξέρω τους λόγους για τους οποίους ο 77χρονος έβαλε τέρμα στη ζωή του. Σίγουρα, όμως, ο τρόπος και ο τόπος στέλνουν ένα σαφές μήνυμα.
Ακούω, από την ώρα που δημοσιοποιήθηκε αυτή η θλιβερή είδηση, δεκάδες διαφορετικές απόψεις, αναλύσεις, ανακρίβειες…
Δεν ξέρω αν είχε οικονομικά προβλήματα, αν ήταν οργανωμένος σε κάποιο κόμμα και δεν με αφορά.
Όταν ένας άνθρωπος, σε αυτή την ηλικία, παίρνει ένα πιστόλι και τινάζει τα μυαλά του στον αέρα μπροστά στη Βουλή, δεν μπορώ να αδιαφορήσω.
Γιατί με αυτή την κίνηση απλά έφερε εικόνες που θα μπορούσαν να εκτυλιχθούν οπουδήποτε στην Ελλάδα.
Σ’ αυτή την κατάσταση μας έχουν φέρει. Η μάνα μου ζει με μια σύνταξη των 700 ευρώ, σε μια πόλη της Βορείου Ελλάδος, όπου πληρώνει κάθε μήνα για πετρέλαιο 500 ευρώ. Από τον Οκτώβριο, που θα διπλασιαστεί η τιμή του πετρελαίου, η σύνταξη δεν θα φτάνει.
Πολλές φίλες της ζουν με ακόμη χαμηλότερη σύνταξη … και 400 ευρώ…
Και όχι μόνο οι συνταξιούχοι. Κι εμείς που έχουμε ακόμη το “προνόμιο” να εργαζόμαστε… Κάθε μέρα η ίδια αγωνία, πώς θα πληρωθούν οι λογαριασμοί; Ξυπνάς και φοβάσαι να ανοίξεις το γραμματοκιβώτιο, φοβάσαι να σηκώσεις το τηλέφωνο: τράπεζες, εισπρακτικές, χρωστάτε -δεν έχω-πληρώστε -θα κινηθούμε δικαστικά… εφορίες, εισφορές-έκτακτες, τακτικές, τέλη κυκλοφορίας, χαράτσια της ΔΕΗ…
Πού θα πάει η κατάσταση;
Το κακό είναι ότι δεν υπάρχει καμία απάντηση για το πού θα μας βγάλει αυτός ο δρόμος.
Δουλειές δεν υπάρχουν ή και να υπάρχουν δεν πληρώνουν. Και οικονομίες να έχεις, τελειώνουν…
Πόση ακόμη λιτότητα αντέχουμε;
Πόση ακόμη κατάθλιψη αντέχουμε;
Πού θέλουν να μας φθάσουν;
Δεν έχω καμία απάντηση στα ερωτήματα.
Αυτό που ξέρω, όμως, είναι ότι ο φόβος και η αβεβαιότητα σα να μαλακώνουν λίγο όταν μιλάω με τους φίλους μου, όταν τους βλέπω, έστω για λίγο και λέμε κάτι διαφορετικό από τα μίζερα της καθημερινότητας.
Αυτό που ξέρω είναι ότι η μάνα μου, σα να παίρνει τα πάνω της κάθε φορά που της τηλεφωνώ, έστω κι αν είμαι μακρυά.
Το ίδιο και η θεία μου, το ίδιο και κάθε ηλικιωμένος συνάνθρωπός μας, που αισθάνεται ότι κάποιοι τον σκέφτονται.
Γιατί η ανθρώπινη επαφή μπορεί να πάρει τις σκέψεις σου από το οικονομικό σου πρόβλημα. Να νιώσεις ότι δεν είσαι μόνος…
Μήπως αυτή είναι η απάντηση; Να δώσουμε ο ένας στον άλλο να καταλάβει ότι κανείς δεν είναι μόνος; Μήπως αυτή, τελικά, είναι η δύναμή μας απέναντί τους;
Έτσι, μας θέλουν, καταβεβλημένους, σιωπηλούς, ανενεργούς … Γιατί να τους κάνουμε το χατήρι;
Θα ζήσουμε ρε, για να σας τη σπάσουμε…
Απο το aiXmi.gr