Την καταδίκη του 52χρονου και της 47χρονης από τη Λέρο που κατηγορούνταν για σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών τους αποφάσισε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ρόδου.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ομολόγησε τις ανωτέρω πράξεις στην προανακριτική απολογία του, ενώ με την απολογία του κατά την κύρια ανάκριση ανεκάλεσε εν μέρει την προηγούμενη ομολογία του ως προς ορισμένα περιστατικά και κυρίως ως προς τη συχνότητα τέλεσης των ως άνω πράξεων, ισχυριζόμενος ότι ομολόγησε τα παραπάνω υπό καθεστώς πίεσης από τους προανακριτικούς υπαλλήλους και συνεπώς τα όσα ανέφερε δεν θα μπορούσαν να αποτυπωθούν καθ’ υπόδειξη ή πίεση των τελευταίων.
Η μητέρα από την άλλη, ομολόγησε μια πράξη με θύμα την κόρη της ενώ αρνήθηκε τις υπόλοιπες τονίζοντας ωστόσο ότι τελούσε υπό τον φόβο του συζύγου της.
Σύμφωνα
με τη dimokratiki.gr, οι κατηγορούμενοι, έπειτα από μία μαραθώνια
διαδικασία, κρίθηκαν συγκεκριμένα ένοχοι για αποπλάνηση παιδιού που δεν
συμπλήρωσε τα 12 και 14 έτη, τετελεσμένη και σε απόπειρα, κατά μόνας και
κατά συναυτουργία, κατά συρροή, άπαξ και κατ’ εξακολούθηση, για
κατάχρηση σε ασέλγεια κατά μόνας και κατά συναυτουργία, κατ’
εξακολούθηση, για ασέλγεια μεταξύ συγγενών κατά μόνας και κατά
συναυτουργία, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, για απλή συνέργεια κατ’
εξακολούθηση σε αποπλάνηση παιδιών που δεν συμπλήρωσαν τα 12 και 14
έτη, κατά μόνας κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, για απλή συνέργεια σε
κατάχρηση σε ασέλγεια κατά μόνας και κατ’ εξακολούθηση κατά συρροή και
για απλή συνέργεια κατ’ εξακολούθηση σε ασέλγεια μεταξύ συγγενών κατά
μόνας, κατά συρροή.
Το
δικαστήριο αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου στη
47χρονη μητέρα και απέρριψε το αίτημα για αναγνώριση ελαφρυντικών
περιστάσεων στον πατέρα.
Στον 52χρονο επέβαλε ποινή κάθειρξης 24 ετών (εκτιτέα τα 20) και στην 47χρονη ποινή κάθειρξης 13 ετών (εκτιτέα τα 8).
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Οι
κατηγορούμενοι είναι σύζυγοι και κατοικούν στην περιοχή Πλάκα Λέρου,
μαζί με τα δύο ανήλικα τέκνα τους, (γεν. στις 17.10.2004) και (γεν. στις
24.12.2008), καθώς και τον ενήλικο υιό, ο οποίος πάσχει από ψυχωσική
συνδρομή και ήπια προς μέτρια νοητική υστέρηση.
Σε
μη επακριβώς προσδιορισθείσες ημερομηνίες, κατά το χρονικό διάστημα από
1.1.2015 έως τις 26.5.2018, ο πρώτος κατηγορούμενος ενήργησε
επανειλημμένα σε βάρος της ανήλικης κόρης του (γεν. στις 17.10.2004)
ασελγείς πράξεις περισσότερες της μιας φορές και συγκεκριμένα είτε της
αφαιρούσε τα ρούχα και εσώρουχα είτε την εύρισκε γυμνή στο υπνοδωμάτιο
και στο μπάνιο και εν συνεχεία την θώπευε στο στήθος και στα γεννητικά
της όργανα.
Σε άλλη δε
περίπτωση, σε μη εξακριβωθείσα ημερομηνία, αλλά τουλάχιστον μέχρι το
Μάιο του έτους 2017, ο πρώτος κατηγορούμενος επιχείρησε να έλθει σε παρά
φύσιν συνουσία με την ανήλικη μετά από μπάνιο, χωρίς να επιτύχει τον
σκοπό του λόγω της αντίδρασης της παθούσας, που αρνήθηκε να υποστεί την
ολοκλήρωση της ασελγούς πράξης από μέρους του και αποχώρησε.
Άλλωστε,
όπως προέκυψε, σε μη προσδιορισθείσα ημερομηνία, αλλά εντός του
χρονικού διαστήματος από 1.1.2018 έως τις 26.5.2018, στις ασελγείς
πράξεις εις βαρος της ανήλικης συμμετείχε και η μητέρα της.
Με
εντολή, προτροπή και καθοδήγηση του πρώτου κατηγορούμενου, η ανήλικη
κόρη τους, αφαίρεσε τα ρούχα της και η μητέρα της, δεύτερη
κατηγορούμενη, την θώπευσε στο στήθος και στα γεννητικά της όργανα προς
ικανοποίηση της γενετήσιάς τους επιθυμίας.
Περαιτέρω,
όπως προέκυψε, ο πρώτος κατηγορούμενος σε μη επακριβώς προσδιορισθείσα
ημερομηνία, σε κάθε περίπτωση όμως κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2017
μέχρι 26-5-2018, επιχείρησε ασελγή πράξη και σε βάρος του ανήλικου υιού
του.
Επιπρόσθετα, σε μη
επακριβώς προσδιορισθείσες ημερομηνίες και πάντως εντός του χρονικού
διαστήματος από την 1.1.2015 έως την 26.5.2018, ο πρώτος κατηγορούμενος
ενεργούσε ασελγείς πράξεις, με άγνωστο αριθμό επαναλήψεων, και εις βάρος
του ενήλικου υιού του, ο οποίος έπασχε από ψυχωσική συνδρομή και ήπια
προς μέτρια νοητική υστέρηση και ήταν για το λόγο αυτό ανίκανος να
αντισταθεί.
Κατά το ίδιο δε
χρονικό διάστημα, σε μη επακριβώς προσδιορισθείσα ημερομηνία, η δεύτερη
κατηγορούμενη επιχείρησε και η ίδια, από κοινού με τον σύζυγό της, πρώτο
κατηγορούμενο, ασελγείς πράξεις εις βάρος του ψυχικά πάσχοντος υιού
της.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ομολόγησε τις ανωτέρω πράξεις στην προανακριτική απολογία του, ενώ με την απολογία του κατά την κύρια ανάκριση ανεκάλεσε εν μέρει την προηγούμενη ομολογία του ως προς ορισμένα περιστατικά και κυρίως ως προς τη συχνότητα τέλεσης των ως άνω πράξεων, ισχυριζόμενος ότι ομολόγησε τα παραπάνω υπό καθεστώς πίεσης από τους προανακριτικούς υπαλλήλους και συνεπώς τα όσα ανέφερε δεν θα μπορούσαν να αποτυπωθούν καθ’ υπόδειξη ή πίεση των τελευταίων.
Αντίθετα, προκύπτει ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ανέφερε αυθόρμητα τα όσα περιλαμβάνονται στην προανακριτική απολογία του.
Τα εν λόγω συμπεράσματα ενισχύονται και από τα όσα αναφέρονται σε έκθεση πραγματογνωμοσύνης ψυχιάτρου.
Σε ομολογία των πράξεων που αποδίδονται στην ίδια προέβη και η δεύτερη κατηγορούμενη στην προανακριτική απολογία της.
Ωστόσο,
στην απολογία της κατά την κύρια ανάκριση δήλωσε ότι αρνείται ορισμένες
εκ των ανωτέρω πράξεις, με τρόπο όμως αόριστο. Υπέπεσε δε σε αντιφάσεις
όταν απάντησε σε ερωτήσεις της Ανακρίτριας του Πρωτοδικείου Κω ως προς
τα γεγονότα που έχουν συμβεί.
Περαιτέρω,
ο ισχυρισμός της ότι δεν ήλεγξε τι ανέφερε η προανακριτική της απολογία
πριν την υπογράψει δεν κρίθηκε βάσιμος, δεδομένου ότι περιείχε
περιστατικά με λεπτομέρειες και αναφορά σε συγκεκριμένες χρονικές
περιόδους, δηλαδή περιείχε στοιχεία που είναι προφανές ότι κατατέθηκαν
αυθόρμητα από την ίδια. Επίσης μη πειστικός κρίθηκε και ο ισχυρισμός της
εν λόγω κατηγορούμενης ότι τέλεσε τις ως άνω πράξεις επειδή φοβόταν το
σύζυγό της, καθόσον η ίδια στην ανακριτική απολογία της δήλωσε ότι δεν
είχε απειλές από αυτόν. Άλλωστε, όπως αναφέρει σε άλλο σημείο της
απολογίας της, σε ένα από τα περιστατικά ασελγούς πράξης (θωπεία
στήθους) που τέλεσε η ίδια σε βάρος της ανήλικης κόρης της δεν ήταν
μπροστά ο σύζυγός της, γεγονός που αποδυναμώνει τον ισχυρισμό της ότι
τέλεσε τις εν λόγω πράξεις υπό την απειλή και τον φόβο του συζύγου της.
Χθες
ενώπιον του Δικαστηρίου ο πρώτος ομολόγησε αρχικώς μια πράξη ασέλγειας
εις βάρος της κόρης του, υποστήριξε ότι βοηθούσε το άλλο του παιδί σε
μικρή ηλικία καθ’ υπόδειξιν παιδιάτρου ανοίγοντας το μόριό του για να
μην υποβληθεί σε επέμβαση φίμωσης και αρνήθηκε τα όσα του αποδίδονται.
Σε ερωτήσεις της Εισαγγελέως της έδρας στην πορεία, επιβεβαίωσε ωστόσο άλλες κατηγορίες τις οποίες είχε προηγουμένως αρνηθεί.
Η μητέρα από την άλλη, ομολόγησε μια πράξη με θύμα την κόρη της ενώ αρνήθηκε τις υπόλοιπες τονίζοντας ωστόσο ότι τελούσε υπό τον φόβο του συζύγου της.
Ως
συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ.
Μανώλης Χατζηάμαλος (Κω) και Μανώλης Aναστασάκης (Αθηνών).
Πηγή πληροφοριών: dimokratiki.gr / enikos.gr - Oct 08, 2019