Δεν νομίζω! Ο Έλληνας ξέρει ανέκαθεν πολύ καλά τί θέλει.
Ο απόφοιτος Λυκείου ή και πτυχιούχος ΑΕΙ θέλει έναν διορισμό που θα του δίνει βρέξει χιονίσει ένα μισθό. Έστω και χαμηλό. Διότι γνωρίζει ότι το Δημόσιο ή ο Δήμος δεν πρόκειται ποτέ να πτωχεύσουν.
Δεν μπήκαμε στο Μνημόνιο για να έχει το Δημόσιο λεφτά να πληρώσει μισθούς και συντάξεις; Ο Δημόσιος Τομέας ποτέ δεν καθυστέρησε μισθούς και επιδόματα. Είναι ο πιο συνεπής εργοδότης. Μπορεί να υποφέρουν όλοι οι άλλοι, όπως και υποφέρουν, αλλά ο μισθός του υπαλλήλου του Δημόσιου Τομέα καταβάλλεται εγκαίρως και ανελλιπώς.
Κυρίως οι Ελληνίδες θέλουν να διορισθούν σε μια τέτοια θεσούλα, αφού θα τυγχάνουν ιδιαιτέρων προνομίων [μακρότερες άδειες τοκετού, λοχείας κ.λπ.].
Ο δικαστής δεν θέλει να του περικόψουν τις αποδοχές, έστω και αν ο διπλανός του υποφέρει. Θέλει και να διοριστεί η γυναίκα του στον τόπο, όπου υπηρετεί αυτός, και το επιτυγχάνει.
Ο καθηγητής Πανεπιστημίου θέλει ν’ αφήσει την έδρα του στον γόνο του ή στον γαμπρό του, να τον αποκαταστήσει.
Ο γιατρός θέλει να γίνει διδάκτωρ, εξ ου και αγοράζει μία διατριβή, ή υφηγητής, εξ ου και αγοράζει μία υφηγεσία. Θέλει και μια θέση στο ΕΣΥ, ώστε να έχει σίγουρο τον μισθό και τα τυχερά, αφού θα φροντίζει ιδιαιτέρως τους ασθενείς του χωρίς κόστος με έξοδα του ελληνικού λαού.
Ο κάθε γονιός θέλει να μετεγγραφεί το παιδί του στο ΑΕΙ της κατοικίας του αδιαφορώντας για τα παιδιά των άλλων. Θέλει και να υπηρετήσει τη θητεία του κοντά στο σπίτι του. Πού να τρέχει τώρα στον Έβρο και να ταλαιπωρείται.
Θέλει να μπει πρώτος στο λεωφορείο χωρίς να περιμένει να βγουν οι άλλοι, ώστε να πιάσει την καλλίτερη θέση και να απολαύσει τη διαδρομή, έστω και ελάχιστων χιλιομέτρων, καθήμενος και ρεμβάζων.
Θέλει να περνάει με κόκκινο ή να παρκάρει και εκεί που απαγορεύεται, να οδηγεί χωρίς άδεια οδήγησης, χωρίς να ανάβει φλας για αλλαγή πορείας, χωρίς ασφάλιση, χωρίς να περνάει το αυτοκίνητο από ΚΤΕΟ και βεβαίως να παραβιάζει τον μονόδρομο για να μην οδηγήσει 300 μέτρα παραπάνω να πάει στο σπίτι του. Άσε που βάζει καφάσια, καρέκλες κ.λπ. μπροστά από το σπίτι του ή το μαγαζί του για να μην παρκάρει κανείς. Και φυσικά θέλει να οδηγεί χωρίς να φοράει ζώνη ασφαλείας ή κράνος, όταν καβαλάει μηχανάκι, και να διασχίζει πεζός τον δρόμο εκτός των ειδικά προς τούτο διαγραμμισμένων διαβάσεων των πεζών.
Θέλει να ενημερώνεται για τα σκάνδαλα και τις ρεμούλες που σκάνε κάθε μέρα, αλλά εξοργίζεται μόνον επειδή θεωρεί τον εαυτό του μαλάκα που δεν μετείχε στο φαγοπότι.
Θέλει να μην περιμένει σε καμμία ουρά. Είναι μάγκας και θα προσπαθήσει, σπανίως ανεπιτυχώς, να προσπεράσει τους άλλους για να εξυπηρετηθεί πρώτος. Κι’ αν κάποιος, λιγότερο κακώς εννοούμενος «ευγενής» από τους άλλους που ξεροσταλιάζουν στην ουρά, τολμήσει να τον ψέξει, θα βρει χίλιες δυο ηλίθιες δικαιολογίες να αραδιάσει για να υποτιμήσει και τη νοημοσύνη όλων των άλλων που περιμένουν τη σειρά τους υπομονετικά.
Θέλει να μην πληρώνει φόρους, αλλά στην πρώτη αναποδιά [πυρκαϊά, πλημμύρα, ληστεία] αναφωνεί «πού είναι το κράτος;».
Θέλει να έχει τη μνήμη ασθενή, ώστε να βολεύεται και να αλλάζει θέσεις σαν τα πουκάμισα ακολουθώντας πιστά τη συνταγή όλων των πολιτικών.
Θέλει να ανοίγει μία επιχείρηση και μέσα σ’ ένα χρόνο να έχει αποσβέσει το κεφάλαιο που επένδυσε.
Θέλει να απασχολεί στην επιχείρησή του άνεργους που επιδοτούνται από τον ΟΑΕΔ, ώστε να μην πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές εκ του ασφαλούς, αφού οι εργαζόμενοι δεν τολμούν να τον καταγγείλουν.
Θέλει να βρίσκει την άκρη για να μιζάρει, ώστε να κάνει τη δουλειά του, ή θέλει να μιζάρεται πάλι για να κάνει τη δουλειά του.
Θέλει να χτίζει σπίτια χωρίς άδεια ή να δηλώνει το διαμέρισμά του ως αποθήκη.
Θέλει να παίρνει σύνταξη και ταυτόχρονα να εργάζεται.
Και μαζί με όλα αυτά θέλει να υπάρχει και αξιοκρατία.
Όλα τούτα και άλλα πολλά θέλει ο Έλληνας. Άρα, γνωρίζει πολύ καλά τί θέλει. Αυτή είναι η μόνη κρατούσα ιδεολογία που συντρίβει καπιταλισμό, σοσιαλισμό και κομμουνισμό μαζί. Είναι η ιδεολογία του παρτακισμού, του εξυπνακισμού, του ατομισμού, του ωχαδερφισμού. Με μία λέξη: του «σταρχιδισμού».
Υπάρχει, άραγε, κάτι που δεν θέλει ο Έλληνας; Ασφαλώς και υπάρχει. Είναι ένα και μοναδικό.
Ο Έλληνας ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ να τηρεί αρχές και κανόνες. Οι αρχές και οι κανόνες είναι για τα λίγα κορόιδα που διαθέτουν καλλιέργεια και σέβονται τον πλησίον τους.
Και για όλ’ αυτά που θέλει ο Έλληνας φροντίζει ο βουλευτής του. Ακόμη και τώρα που φτάσαμε στο σημερινό χάλι, επειδή ο Έλληνας ήξερε πάντοτε ότι θέλει όλα τα ανωτέρω και τα κατάφερνε. Αυτός είναι ο λόγος που ο Έλληνας στέλνει στη Βουλή αυτούς που τον βολεύουν, ώστε και εκείνοι με τη σειρά τους να βολεύονται και να συνεχίσουν να τον βολεύουν.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Επιστήθιος φίλος του γιατρού Γωγούση, σφόδρα δε πιθανόν και ομόκελλος
__________________
Διαβάστε και
Ο απόφοιτος Λυκείου ή και πτυχιούχος ΑΕΙ θέλει έναν διορισμό που θα του δίνει βρέξει χιονίσει ένα μισθό. Έστω και χαμηλό. Διότι γνωρίζει ότι το Δημόσιο ή ο Δήμος δεν πρόκειται ποτέ να πτωχεύσουν.
Δεν μπήκαμε στο Μνημόνιο για να έχει το Δημόσιο λεφτά να πληρώσει μισθούς και συντάξεις; Ο Δημόσιος Τομέας ποτέ δεν καθυστέρησε μισθούς και επιδόματα. Είναι ο πιο συνεπής εργοδότης. Μπορεί να υποφέρουν όλοι οι άλλοι, όπως και υποφέρουν, αλλά ο μισθός του υπαλλήλου του Δημόσιου Τομέα καταβάλλεται εγκαίρως και ανελλιπώς.
Κυρίως οι Ελληνίδες θέλουν να διορισθούν σε μια τέτοια θεσούλα, αφού θα τυγχάνουν ιδιαιτέρων προνομίων [μακρότερες άδειες τοκετού, λοχείας κ.λπ.].
Ο δικαστής δεν θέλει να του περικόψουν τις αποδοχές, έστω και αν ο διπλανός του υποφέρει. Θέλει και να διοριστεί η γυναίκα του στον τόπο, όπου υπηρετεί αυτός, και το επιτυγχάνει.
Ο καθηγητής Πανεπιστημίου θέλει ν’ αφήσει την έδρα του στον γόνο του ή στον γαμπρό του, να τον αποκαταστήσει.
Ο γιατρός θέλει να γίνει διδάκτωρ, εξ ου και αγοράζει μία διατριβή, ή υφηγητής, εξ ου και αγοράζει μία υφηγεσία. Θέλει και μια θέση στο ΕΣΥ, ώστε να έχει σίγουρο τον μισθό και τα τυχερά, αφού θα φροντίζει ιδιαιτέρως τους ασθενείς του χωρίς κόστος με έξοδα του ελληνικού λαού.
Ο κάθε γονιός θέλει να μετεγγραφεί το παιδί του στο ΑΕΙ της κατοικίας του αδιαφορώντας για τα παιδιά των άλλων. Θέλει και να υπηρετήσει τη θητεία του κοντά στο σπίτι του. Πού να τρέχει τώρα στον Έβρο και να ταλαιπωρείται.
Θέλει να μπει πρώτος στο λεωφορείο χωρίς να περιμένει να βγουν οι άλλοι, ώστε να πιάσει την καλλίτερη θέση και να απολαύσει τη διαδρομή, έστω και ελάχιστων χιλιομέτρων, καθήμενος και ρεμβάζων.
Θέλει να περνάει με κόκκινο ή να παρκάρει και εκεί που απαγορεύεται, να οδηγεί χωρίς άδεια οδήγησης, χωρίς να ανάβει φλας για αλλαγή πορείας, χωρίς ασφάλιση, χωρίς να περνάει το αυτοκίνητο από ΚΤΕΟ και βεβαίως να παραβιάζει τον μονόδρομο για να μην οδηγήσει 300 μέτρα παραπάνω να πάει στο σπίτι του. Άσε που βάζει καφάσια, καρέκλες κ.λπ. μπροστά από το σπίτι του ή το μαγαζί του για να μην παρκάρει κανείς. Και φυσικά θέλει να οδηγεί χωρίς να φοράει ζώνη ασφαλείας ή κράνος, όταν καβαλάει μηχανάκι, και να διασχίζει πεζός τον δρόμο εκτός των ειδικά προς τούτο διαγραμμισμένων διαβάσεων των πεζών.
Θέλει να ενημερώνεται για τα σκάνδαλα και τις ρεμούλες που σκάνε κάθε μέρα, αλλά εξοργίζεται μόνον επειδή θεωρεί τον εαυτό του μαλάκα που δεν μετείχε στο φαγοπότι.
Θέλει να μην περιμένει σε καμμία ουρά. Είναι μάγκας και θα προσπαθήσει, σπανίως ανεπιτυχώς, να προσπεράσει τους άλλους για να εξυπηρετηθεί πρώτος. Κι’ αν κάποιος, λιγότερο κακώς εννοούμενος «ευγενής» από τους άλλους που ξεροσταλιάζουν στην ουρά, τολμήσει να τον ψέξει, θα βρει χίλιες δυο ηλίθιες δικαιολογίες να αραδιάσει για να υποτιμήσει και τη νοημοσύνη όλων των άλλων που περιμένουν τη σειρά τους υπομονετικά.
Θέλει να μην πληρώνει φόρους, αλλά στην πρώτη αναποδιά [πυρκαϊά, πλημμύρα, ληστεία] αναφωνεί «πού είναι το κράτος;».
Θέλει να έχει τη μνήμη ασθενή, ώστε να βολεύεται και να αλλάζει θέσεις σαν τα πουκάμισα ακολουθώντας πιστά τη συνταγή όλων των πολιτικών.
Θέλει να ανοίγει μία επιχείρηση και μέσα σ’ ένα χρόνο να έχει αποσβέσει το κεφάλαιο που επένδυσε.
Θέλει να απασχολεί στην επιχείρησή του άνεργους που επιδοτούνται από τον ΟΑΕΔ, ώστε να μην πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές εκ του ασφαλούς, αφού οι εργαζόμενοι δεν τολμούν να τον καταγγείλουν.
Θέλει να βρίσκει την άκρη για να μιζάρει, ώστε να κάνει τη δουλειά του, ή θέλει να μιζάρεται πάλι για να κάνει τη δουλειά του.
Θέλει να χτίζει σπίτια χωρίς άδεια ή να δηλώνει το διαμέρισμά του ως αποθήκη.
Θέλει να παίρνει σύνταξη και ταυτόχρονα να εργάζεται.
Και μαζί με όλα αυτά θέλει να υπάρχει και αξιοκρατία.
Όλα τούτα και άλλα πολλά θέλει ο Έλληνας. Άρα, γνωρίζει πολύ καλά τί θέλει. Αυτή είναι η μόνη κρατούσα ιδεολογία που συντρίβει καπιταλισμό, σοσιαλισμό και κομμουνισμό μαζί. Είναι η ιδεολογία του παρτακισμού, του εξυπνακισμού, του ατομισμού, του ωχαδερφισμού. Με μία λέξη: του «σταρχιδισμού».
Υπάρχει, άραγε, κάτι που δεν θέλει ο Έλληνας; Ασφαλώς και υπάρχει. Είναι ένα και μοναδικό.
Ο Έλληνας ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ να τηρεί αρχές και κανόνες. Οι αρχές και οι κανόνες είναι για τα λίγα κορόιδα που διαθέτουν καλλιέργεια και σέβονται τον πλησίον τους.
Και για όλ’ αυτά που θέλει ο Έλληνας φροντίζει ο βουλευτής του. Ακόμη και τώρα που φτάσαμε στο σημερινό χάλι, επειδή ο Έλληνας ήξερε πάντοτε ότι θέλει όλα τα ανωτέρω και τα κατάφερνε. Αυτός είναι ο λόγος που ο Έλληνας στέλνει στη Βουλή αυτούς που τον βολεύουν, ώστε και εκείνοι με τη σειρά τους να βολεύονται και να συνεχίσουν να τον βολεύουν.
Σωτήριος Καλαμίτσης
Επιστήθιος φίλος του γιατρού Γωγούση, σφόδρα δε πιθανόν και ομόκελλος
__________________
Διαβάστε και