Δευτέρα, Φεβρουαρίου 25, 2013

Ο τόκος είναι πταίσμα, ο τραπεζικός ανατοκισμός είναι κακούργημα αποκρουστικό και ατιμώρητο

Γράφει ο Σωτήριος Καλαμίτσης

Αφορμή για το αρθρίδιο τούτο αποτέλεσε η είδηση ότι το Υπουργείο Ανάπτυξης μελετά την ελάφρυνση των νοικοκυριών με ρύθμιση των δανείων τους, ώστε επί τέσσερα χρόνια να πληρώνουν μόνον τον τόκο. 
Τα πάντα μπορούν να γίνουν για να σωθούν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά εκτός από ένα: να μην πληρώσουν τον τόκο. Εγώ μεταφράζω την κίνηση αυτή ως εξής:
 
«Το Υπουργείο μελετά την τροποποίηση του νόμου Κατσέλη, ώστε να μειώσει τον αντίκτυπο της εφαρμογής του στις τράπεζες με δεδομένο ότι τα Ειρηνοδικεία άρχισαν να περικόπτουν επικινδύνως τις υποχρεώσεις των δανειοληπτών προς τις τράπεζες». Εύχομαι να αποδειχθώ κακεντρεχής, αν και δεν το νομίζω με δεδομένο ότι όταν η τράπεζα έχει υπολογίσει να εισπράξει € 150 δίνοντας δάνειο € 100, θα εισπράξει στο τέλος € 150 και ποτέ € 149.
Ας δώσω, λοιπόν, τώρα κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσει.
Με τον όρο «πανωτόκια» αναφέρεται ο απλός πολίτης στον ανατοκισμό που γίνεται από τις τράπεζες και ο οποίος οδηγεί σε εξόντωση πολλούς δανειολήπτες. Ο ανατοκισμός σε συνδυασμό με την υποχρεωτική κυκλοφορία της επίσημης νομισματικής μονάδος [δραχμή παλαιότερα, ευρώ τώρα] στην ονομαστική της αξία αποτελούν τη σύγχρονη μάστιγα όλου του κόσμου και όχι μόνον της πατρίδας μας.
Ο κανόνας της ονομαστικής αξίας της νομισματικής μονάδος που χρησιμοποιείται ως χρήμα σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι όταν αυξάνουν οι τιμές των αγαθών και υπηρεσιών, η αγοραστική δύναμη κάθε πολίτη μειώνεται, αν δεν αυξηθεί ο μισθός του, η σύνταξή του, το μίσθωμα που εισπράττει ή η αμοιβή που λαμβάνει για την παροχή υπηρεσιών. Το πρόβλημα διογκώνεται όταν μιλάμε για προϊόντα, αφού στον τομέα των υπηρεσιών αναγκάζονται οι επαγγελματίες να μειώνουν τις αμοιβές τους, για να μπορέσουν να διατηρήσουν την επιχείρησή τους και να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα προϊόντα που δεν είναι πρώτης ανάγκης. Αντίθετα, όταν πρόκειται για είδη πρώτης ανάγκης παρατηρείται μία ανεξήγητη σταθερότητα στις τιμές, παρά τη μείωση της αγοραστικής δύναμης του πολίτη, με το σκεπτικό ότι ο πολίτης θα αγοράσει ούτως ή άλλως τρόφιμα ή κάποιο ρούχο για να ντυθεί. Ίσως να αγοράσει μικρότερη ποσότητα, αλλά πάντως θα αγοράσει.
Τα ίδια και χειρότερα συμβαίνουν με τις υποχρεώσεις των πολιτών προς τις τράπεζες. Έτσι, βλέπουμε αυτόν που δανείσθηκε € 200.000 για να αγοράσει σπίτι, να εξακολουθεί - επί τη υποθέσει ότι δεν πρόλαβε να αποπληρώσει μέρος του δανείου του πριν τον καταλάβει η κρίση - να οφείλει € 200.000, ενώ το σπίτι του από € 200.000 που άξιζε όταν το αγόρασε, να αξίζει σήμερα € 100.000, για να μην πω € ΜΗΔΕΝ, λαμβανομένου υπόψη ότι η ζήτηση για την αγορά ακινήτων είναι πλέον σχεδόν μηδενική. Το τραγικότερο όλων, όμως, είναι ότι το δάνειο των € 200.000 αυξάνει υπερμέτρως όχι μόνον με τον οφειλόμενο τόκο, αλλά και με τον ανατοκισμό του οφειλόμενου τόκου. Και τούτο χάρη στην κυβέρνηση της ΝΔ που θεσμοθέτησε εν έτει 1980 τον άνευ ουδενός περιορισμού ανατοκισμό των οφειλών προς τράπεζες [άρθρο 8§6 ν. 1083/1980 που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 30.10.1980 με ταυτόχρονη, δίχως, δηλαδή, την παραμικρή χρονοτριβή, έκδοση της απόφασης της Νομισματικής Επιτροπής 289/1980 που όρισε ότι ο εκτοκισμός των τραπεζικών δανείων γίνεται άνευ οιουδήποτε χρονικού περιορισμού]. Έτσι, άρχισαν οι τράπεζες να ανατοκίζουν τις οφειλές τών δανειοληπτών ανά μήνα ή ανα τρίμηνο. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες εισέπρατταν τον γεωμετρικώς αυξανόμενο τόκο. Απλά τον κατέγραφαν στα βιβλία τους και στους Ισολογισμούς τους, αν δεν μπορούσαν να τον εισπράξουν. Οι τραγικές συνέπειες του ν. 1083/1980 αμβλύνθηκαν ελαφρώς με το άρθρο 12 ν. 2601/1998, αλλά ο ανατοκισμός παρέμεινε αλώβητος.
Τη σημασία τού ανατοκισμού και τη θηλειά που αυτός έβαλε στον έλληνα δανειολήπτη μπορεί να αντιληφθεί κανείς, αν αναλογισθεί ότι το τραπεζικό επιτόκιο είναι ελεύθερο, δηλαδή ελευθέρως συμφωνούμενο μεταξύ τραπέζης και δανειολήπτη, ενώ το επιτόκιο στις συναλλαγές μεταξύ πολιτών και επιχειρήσεων έχει ως ανώτατο όριο το 10% και το επιτόκιο υπερημερίας το 12%. Ο όρος «ελευθέρως συμφωνούμενο» είναι βεβαίως απατηλός, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι οι τράπεζες παρέχουν δάνεια με όρους που οι ίδιες προκαθορίζουν και τους οποίους ουδείς απλός δανειολήπτης μπορεί να διαπραγματευθεί. Πρόκειται για δανειακές συμβάσεις προσχωρήσεως, τις οποίες αποδέχεται εκών άκων ο δανειολήπτης, αν θέλει να δανειοδοτηθεί [ελληνιστί «take it or leave it»].
Επτά χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ αυτής της επαίσχυντης διάταξης, μία τράπεζα ζήτησε από δανειολήπτη της να συνεχίσει να πληρώνει ανατοκιζόμενο ανά τρίμηνο και τον τόκο υπερημερίας που επιδικάσθηκε με διαταγή πληρωμής. Το θέμα εφθασε στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία έκρινε ότι μετά την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν είναι δυνατόν να εκτοκίζονται οι τόκοι ανά τρίμηνο κ.λπ., ήτοι ότι ο ανατοκισμός ισχύει μέχις ότου η τράπεζα εξοπλισθεί με τίτλο εκτελεστό κατά του δανειολήπτη. Τότε έγινε ο χαμός. Αν υπερίσχυε η θέση αυτή, οι ισολογισμοί όλων των τραπεζών θα έπρεπε να αναμορφωθούν. Και τούτο, διότι οι τράπεζες, ναι μεν δεν εισέπρατταν τον υπέρογκο τόκο επί τόκου που υπολόγιζαν, αφού οι δανειολήπτες αδυνατούσαν να τον καταβάλουν, αλλά οι τόκοι ελογίζοντο και καταγράφονταν στους ισολογιμούς, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν οι τράπεζες υπερκέρδη και να μοιράζουν μερίσματα από χρήματα που δεν είχαν εισπραχθεί. Φαντάζεσθε τί επρόκειτο να γίνει! Το σύστημα εσείετο συνθέμελα. Κι΄ετσι, εντός μηνός η Τράπεζα της Ελλάδος ανεκάλεσε τη γνώμη που είχεν εκφέρει με αποτέλεσμα να συνεχίσουν οι τράπεζες ανενόχλητες να «γράφουν» κέρδη από μη εισπραγμένους τόκους και να τα μοιράζουν στους μετόχους τους.
Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν σε ένα ληστροκρατικό καπιταλιστικό σύστημα να θίξουμε τον τραπεζικό τόκο.
Ενδιαφέρουσα θα ήταν μία μελέτη από τους οικονομολόγους του αντιμνημονιακού μετώπου που σιωπούν επί του θέματος. Μελέτη με τον τίτλο «Πόσα μερίσματα διένειμαν οι τράπεζες στους μετόχους τους από ανύπαρκτα κέρδη την περίοδο 1980-2012 μέσω του ανατοκισμού και πώς αυτή η πρακτική α] επηρέασε το Χρηματιστήριο ευνοώντας τα λαμόγια και τις φούσκες και β] οδήγησε στην ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με λεφτά τού ελληνικού λαού».

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More