Η Ρόδος, επαρχία του Οθωμανικού κράτους, πρωτεύουσα
του νησιωτικού συμπλέγματος, έδρα του Τούρκου
διοικητή (βαλή) και βάση στρατευμάτων, με οθωμανικό
πληθυσμό να κατοικεί μέσα στο Κάστρο, δεν θα
μπορέσει να πάρει ενεργό μέρος στην επανάσταση
του 1821. Συμβάλλει, όμως, στον αγώνα για την
ανεξαρτησία του υπόδουλου Έθνους. Επίλεκτα μέλη
της, μυούνται στη Φιλική Εταιρεία, με επικεφαλής
τον Μητροπολίτη Αγάπιο. Όμως,
το κίνημα που δημιουργήθηκε, προδόθηκε και οι
μυημένοι σ' αυτό συλλαμβάνονται, βασανίζονται
και φυλακίζονται.
Ροδίτες, σπουδαστές στην Ευρώπη, έμποροι της
Αιγύπτου και όσοι έφυγαν από τη Ρόδο στην επαναστατημένη
Ελλάδα, παίρνουν μέρος στην Επανάσταση ή βοηθούν
οικονομικά τον Αγώνα.
Πάτμιος είναι ο Εμμανουήλ Ξάνθος,
ένας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας,
όπως επίσης Πάτμιος είναι και ο φλογερός απόστολος
και αγωνιστής Δημήτριος Θέμελης,
ο οποίος επισκέπτεται τα περισσότερα νησιά και
μυεί όλα τα σημαίνοντα πρόσωπα στη Φιλική Εταιρεία,
προετοιμάζοντας τον γενικό ξεσηκωμό.
Δημήτριος Θέμελης
Διοικητής της Ρόδου τα χρόνια της επανάστασης, (1822-1835), ήταν ο διαβόητος Μεχμέτ Σουκιούρμπεης, μπέης μουτεσαρίφης του σαντζακίου της Ρόδου, που η παράδοση περιγράφει ως τρομερό χριστιανομάχο, ανάλγητο και τυραννικό. Είχε αντικαταστήσει τον φιλέλληνα Γιουσούφ Βέη, που μετατέθηκε στη Χίο με τον τίτλο του πασά. Λέγεται ότι ο Σουκιούρμπεης καταγόταν από τη Μάνη, γόνος της αρχοντικής οικογένειας των Μαυρομιχαλαίων και αδελφός του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στη Ρόδο, διέμενε στη συνοικία του Νιοχωριού, στου «Μουσταφά Καπιτάνου το Σαράι», κοντά στη σχολή των «Φρέρηδων». Μικρό παιδί το πήραν οι Τούρκοι και τούρκεψε. Κι όπως ήταν έξυπνος ανέβηκε γρήγορα στα αξιώματα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ως ναύαρχος, επισκέφθηκε τη Μάνη, την πατρίδα του και τον υποδέχθηκε εθιμοτυπικά ο ίδιος ο αδελφός του ο Πετρόμπεης. Ζήτησε να δει τη γρια αρχόντισσα, τη Μαυρομιχάλαινα κι όταν βρέθηκε μπροστά της γονάτισε, της φίλησε το χέρι και της είπε ότι είναι ο χαμένος της γιος. Κι εκείνη, αγέρωχη αρχόντισσα του δήλωσε πως δεν μπορεί να έχει Τούρκο γιο και τον έδιωξε ασυγκίνητη.
Αλλά αν η Ρόδος δεν μπόρεσε να επαναστατήσει, τα άλλα μας νησιά ξεσηκώνονται και στέκονται αλληλέγγυα στο μαχόμενο Έθνος.
Πρώτη η Πάτμος υψώνει τη σημαία
της Επανάστασης με υποκίνηση του Πάτμιου Πατριάρχη
Αλεξανδρείας Θεόφιλου, ο οποίος κηρύχθηκε έκπτωτος
για τη δράση υπέρ του αγώνα.
Τον Απρίλη του 1821 ξεσηκώνεται η Κάσος και
θέτει στη διάθεση του αγώνα τη ναυτική της αρμάδα.
Τα μέχρι τότε εμπορικά καράβια οπλίζονται με
κανόνια κι αρχίζουν την πολεμική τους δράση.
Τα κασιώτικα καράβια πλέουν προς τη Ρόδο με ξεδιπλωμένες
τις επαναστατικές τους σημαίες και αρχίζουν τον
κανονιοβολισμό του φρουρίου της, προκαλώντας
πανικό στους Οθωμανούς του νησιού.
Την Κάσο ακολουθεί η Κάρπαθος, η Χάλκη, η Νίσυρος,
η Σύμη, η Τήλος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Κως,
το Καστελλόριζο, η Αστυπάλαια, όλα τα Δωδεκάνησα
σηκώνουν τη σημαία της λευτεριάς και διώχνουν
τις τουρκικές φρουρές.
Στην Κω, στίφη φανατισμένων μουσουλμάνων ξεχύνονται
στο νησί, σφάζουν, λεηλατούν και εξανδραποδίζουν.
Τα νησιά φοβούνται αντίποινα. Και τότε, δυο κασιώτικα
πολεμικά καράβια αναλαμβάνουν να περιπολούν νύχτα
και μέρα το στενό της Ρόδου, άγρυπνοι φύλακες
της Σύμης, της Χάλκης, της Τήλου και της Νισύρου.
Αλλά η κασιώτικη αρμάδα προσπαθεί να βοηθήσει
και την Κρήτη, παίρνοντας τροφές, όπλα, εφόδια
στο επαναστατημένο νησί και μεταφέροντας Κρητικούς
πρόσφυγες στην Κάσο και την Κάρπαθο. Σ' εκείνες
τις πολεμικές επιχειρήσεις θα σκοτωθεί, πολεμώντας
ηρωικά, ο καπετάν Θεόδωρος Κανταριτζής,
ένας από τους πιο δοξασμένους καπετάνιους της
Κάσου.
Κι οι ναυτικές επιχειρήσεις των Κασιωτών γίνονται
ολοένα και πιο παράτολμες. Καταστρέφουν τουρκικά
πλοία μέσα στον κόλπο της Αττάλειας, επιχειρούν
ριψοκίνδυνες επιδρομές στο Καστελλόριζο και ιδιαίτερα
στο λιμάνι της Δαμιέττης της Αιγύπτου, με τον
καπετάν Χατζη-Νικόλα Μακρή. Αιχμαλωτίζουν 36
πλοία γεμάτα τροφές, που τις μετέφεραν στη λιμοκτονούσα
Κάσο, τα δε καράβια τα παρέδωσαν στην επαναστατική
κυβέρνηση για να τα μετατρέψει σε πυρπολικά.
Το 1824, η αρμάδα του Μεχμέτ Αλή, μεταφέροντας
χιλιάδες στρατιωτών, ανεβαίνει στο Αιγαίο. Οι
Κασιώτες αντιλαμβάνονται ότι θα είναι ο πρώτος
της στόχος, αλλά δεν πτοούνται. Οχυρώνουν το
νησί σε όλα τα σημεία μιας πιθανής απόβασης των
Τουρκοαιγυπτίων και εξοπλίζουν όλους, όσοι μπορούν
να κρατήσουν όπλα, υπερήφανοι και αποφασισμένοι
για τον έσχατο αγώνα και την αναπόφευκτη υπέρτατη
θυσία. Η Κρήτη ήδη είχε πέσει και η επανάστασή
της είχε καταπνιγεί στο αίμα.
Αρχές Μαϊου του 1824 κι ο εχθρικός στόλος ζώνει
την Κάσο. Οι Τούρκοι προσπαθούν να βγουν και
το ηρωικό νησί απαντά με τα κανόνια του.
Μα πόσο θα μπορέσει να αντέξει; Γράφουν στην
κυβέρνηση και ζητούν απεγνωσμένα βοήθεια, περιγράφοντας
την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
Είναι η περίοδος του εμφύλιου σπαραγμού στην
ηπειρωτική Ελλάδα, το δάνειο δεν έρχεται, οι
ιδιωτικοί πόροι είναι πενιχροί και δεν επαρκούν
ούτε για τις δικές τους ανάγκες. Η Κάσος θα μείνει
μόνη.
Η εχθρική αρμάδα αφού ανασυντάχθηκε, ενισχυμένη
από 35 ακόμα πλοία, αρχίζει την ασφυκτική της
πολιορκία, από τη θάλασσα, με επικεφαλής τον
Χουσεϊν μπέη. Είναι 27 Μαϊου του 1824, ημέρα
Σάββατο. Η ώρα της θυσίας πλησιάζει.
Ακολουθούν φονικές μάχες και οι Τουρκοαιγύπτιοι
αποβιβάζουν 200 άνδρες σε ερημική τοποθεσία του
νησιού για να κυκλώσουν τους ηρωικούς μαχητές.
Ο ίδιος ο Χουσεϊν βγήκε στη ξηρά με 2.000 στρατό.
Οι Κασιώτες πολεμιστές, με τους αρχηγούς τους,
Ιωάννη Γρηγοριάδη κα Μάρκο Μαλλιαράκη, μετά από
σφοδρή και άνιση μάχη, με πολλούς νεκρούς, υποχωρούν
στα βουνά αφήνοντας τα χωριά στα χέρια των εχθρών.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι ρίχτηκαν στη σφαγή, την αρπαγή,
τη λεηλασία και σε κάθε είδους κτηνωδία. 2.000
γυναικόπαιδα εξανδραποδίστηκαν και μεταφέρθηκαν
για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής
και της Αφρικής.
Ο καπετάν Μάρκος Μαλλιαράκης,
που, με λίγους πολεμιστές, αντιστάθηκαν σθεναρά
στα βουνά απέναντι σε 2.000 αιμοχαρείς τουρκοαιγύπτιους,
πιάστηκε ζωντανός και οδηγήθηκε μπροστά στον
πασά. Κατάφερε να λυθεί και να σκοτώσει τρεις
Τούρκους. Μέχρι που χίμηξαν όλοι οι άλλοι πάνω
του και με τις σπάθες τους τον κομμάτιασαν. Έτσι
πέθανε ο Μάρκος, έτσι πατήθηκε η Κάσος. Η καταστροφή
της θα συγκλονίσει την Ελλάδα.
Η κασιώτικη δημοτική μούσα θα τραγουδήσει εκείνο το χαλασμό, με το τραγούδι:
Μαύρο πουλάκι κάθεται στης Κάσου
τ' αγριοβούνι,
βγάλλει φωνίτσα θλιερή και μαύρο μοιρολόι.
Μάνα, κλαμός και βουγκητός εις το νησί της Κάσου!
Η μάνα κλαίει το παιδί και το παιδί τη μάνα
κι ο αερφός την αερφή κι άουρος τηκ καλήτ του.
Μπας και πανούκλα πλάκωσε, μπας και σεισμός εϊνη;
Μηδέ πανούκλα πλάκωσε, μητέ σεισμός εϊνη,
Χουσεϊν πασιάς επλάκωσεν από την Αλεξάντρα.
Γίνονται στίβες τα κορμιά, τα αίματα ποτάμια.
Σφάζουν τους γέρους και τις γριές κι όλα τα παλικάρια
τις κοπελιές και τα μωρά στη φλότα τους μπαρκάρουν
σκλάβους να τους πουλήσουσι στης Μπαρμπαριάς τα μέρη.
Και μια απ' τις σκλάβες ήλεγε με θλιερή φωνίτσα.
Χίλια κι αν κάμεις, Χουσεϊν, χίλια κι αν μας πουλήσεις,
εμείς του Τούρκου το σπαθί 'εθ θα το φοηθούμε
για θα μας κόψεις ούλους μας, για λευτεριά θα 'ούμε.
βγάλλει φωνίτσα θλιερή και μαύρο μοιρολόι.
Μάνα, κλαμός και βουγκητός εις το νησί της Κάσου!
Η μάνα κλαίει το παιδί και το παιδί τη μάνα
κι ο αερφός την αερφή κι άουρος τηκ καλήτ του.
Μπας και πανούκλα πλάκωσε, μπας και σεισμός εϊνη;
Μηδέ πανούκλα πλάκωσε, μητέ σεισμός εϊνη,
Χουσεϊν πασιάς επλάκωσεν από την Αλεξάντρα.
Γίνονται στίβες τα κορμιά, τα αίματα ποτάμια.
Σφάζουν τους γέρους και τις γριές κι όλα τα παλικάρια
τις κοπελιές και τα μωρά στη φλότα τους μπαρκάρουν
σκλάβους να τους πουλήσουσι στης Μπαρμπαριάς τα μέρη.
Και μια απ' τις σκλάβες ήλεγε με θλιερή φωνίτσα.
Χίλια κι αν κάμεις, Χουσεϊν, χίλια κι αν μας πουλήσεις,
εμείς του Τούρκου το σπαθί 'εθ θα το φοηθούμε
για θα μας κόψεις ούλους μας, για λευτεριά θα 'ούμε.
Την κατάληψη της Κάσου ακολούθησε η κατάληψη
της Καρπάθου, της Χάλκης, της Σύμης και των άλλων
επαναστατημένων νησιών.
Τα πράγματα προχωρούν με γοργό ρυθμό. Ο αιγυπτιακός
στόλος από 245 πλοία σε τρεις μοίρες, ξεκίνησε
από την Αίγυπτο και φθάνει στην Ελλάδα. Η πρώτη
μοίρα φθάνει στη Ρόδο, λίγο μετά και οι άλλες
δύο, με τον Ιμπραήμ. Πολλά ξένα μεταγωγικά που
συμμετέχουν έχουν διάφορες ευρωπαϊκές σημαίες.
Η Ρόδος και η Μάκρη, απέναντι, είναι τα κέντρα
όπου συγκεντρώνονται.
Πολλά θλιβερά επεισόδια διηγούνται για την
έξοδο των πληρωμάτων στην πόλη. Οι κάτοικοι,
κυρίως οι γυναίκες, κλείνονταν στα σπίτια, για
να αποφύγουν τους βανδαλισμούς. Είναι οι λεγόμενοι
«γαλουντζήδες» που μεθούσαν κι άρχιζαν τις βιαιότητες
στις συνοικίες έως τα Τριάντα. Σκότωσαν τον πλοίαρχο
Μάκρα με τρεις ναύτες και διαρπάσαν το καράβι
του στο Μανδράκι.
Ο
ελληνικός στόλος θα εκδικηθεί για την Κάσο και
τα Ψαρά, που κι αυτά είχαν το ίδιο φρικτό τέλος,
όταν, στις 29 Αυγούστου του 1824, στον μικρασιατικό
κόλπο του Γέροντα, απέναντι
από την Κάλυμνο, θα δώσει τη μεγαλύτερη ναυμαχία
της Επανάστασης. Ο ναύαρχος Μιαούλης, παρά την
αριθμητική υπεροχή του εχθρού, θα κάψει τα πλοία
τους και θα πετύχει πρωτοφανή νίκη, προκαλώντας
παραλήρημα χαράς στο λαό της Καλύμνου που υποδέχθηκε
τους δοξασμένους ναυμάχους, όταν τα καράβια αγκυροβόλησαν,
μετά τη ναυμαχία, στο νησί τους.
Απόσπασμα από δημοτικό τραγούδι της
Κω, για το πώς έζησαν οι Κώοι τη ναυμαχία του
Γέροντα. (Από τη συλλογή του Άγγλου
νεοελληνιστή, R.M. Dawkins, Τραγούδια της Δωδεκανήσου,
που κατέγραψε ο Κώος ιστοριοδίφης και συλλέκτης
λαογραφικού υλικού, Ιάκωβος Ζαρράφτης)
...................
Δευτέρας το ξημέρωμα, κοντά το μεσημέρι,
οι Τούρκοι πέσαν άξαφνα βαριά αρματωμένοι,
να κατασφάξουν τορ ραγιάν, κανένας να μη μένη.
Άλλοι επέφτα στο γιαλό, και άλλοι στα πηγάδια
και άλλοι ξεκόφτα σαλ λαγοί στους βάτους, στα λιβάδια,
και άλλοι κόφτα στα βουνά, όσ' ήσαμ παλληκάρια,
όσ' είχαν δυνατήγ καρδιά κι ακούραστα ποδάρια
Κι εκεί που φεύγαν έλεγαν με μμάτια δακρυσμένα,
με χείλη στο παράπονον της πίκρας βουτισμένα.
Χριστέ, ας είχαμεγ κ' εμείς άρματα σαγ κ' εκείνους,
να πολεμούσαμεγ κ' εμείς μ΄ αυτούς τους Σαρακήνους!
Χριστέ, κι ας είχαμε σπαθιά, τουφέκια και κοντάρια,
να πολεμούσαμε κ' εμείς σαγ κι άλλα παλληκάρια.
Χριστέ, κι ας ήτο βολλετόν κι εμείς ν' αρματωθούμεν,
να δούσι οι Σαρακηνοί κ' εμείς πώς πολεμούμεν.
Μα τώρα οι Αγαρηνοί μας σφάζαν σαν θρεφτάρια,
παιδιά με μάνες και κυρούς, κόρες και παλληκάρια.
Τες πόρτες σπούσι καθενός, τα έχει μας μάς παίρνουν,
τες εκκλησιές μας γδύνουσι, και τους παπάδες γδέρνουν,
κοιλιές μανάδων σχίζουσι και τα μωρά σκοτώνουν,
τους γέρους καίουν ζωντανούς και τους τρυποσουβλώνουν.
Τα παλληκάρια ξέγκωνα, εκεί που θα τα βρούνε,
εις τα παλούκια ζωντανά απάνω τα περνούνε.
Τες όμορφες, τες ακριβές, που δεν τες είδε μμάτι,
πο τα μαλλιά τες σέρνουνε για ένα μας γινάτι.
...................
Δευτέρας το ξημέρωμα, κοντά το μεσημέρι,
οι Τούρκοι πέσαν άξαφνα βαριά αρματωμένοι,
να κατασφάξουν τορ ραγιάν, κανένας να μη μένη.
Άλλοι επέφτα στο γιαλό, και άλλοι στα πηγάδια
και άλλοι ξεκόφτα σαλ λαγοί στους βάτους, στα λιβάδια,
και άλλοι κόφτα στα βουνά, όσ' ήσαμ παλληκάρια,
όσ' είχαν δυνατήγ καρδιά κι ακούραστα ποδάρια
Κι εκεί που φεύγαν έλεγαν με μμάτια δακρυσμένα,
με χείλη στο παράπονον της πίκρας βουτισμένα.
Χριστέ, ας είχαμεγ κ' εμείς άρματα σαγ κ' εκείνους,
να πολεμούσαμεγ κ' εμείς μ΄ αυτούς τους Σαρακήνους!
Χριστέ, κι ας είχαμε σπαθιά, τουφέκια και κοντάρια,
να πολεμούσαμε κ' εμείς σαγ κι άλλα παλληκάρια.
Χριστέ, κι ας ήτο βολλετόν κι εμείς ν' αρματωθούμεν,
να δούσι οι Σαρακηνοί κ' εμείς πώς πολεμούμεν.
Μα τώρα οι Αγαρηνοί μας σφάζαν σαν θρεφτάρια,
παιδιά με μάνες και κυρούς, κόρες και παλληκάρια.
Τες πόρτες σπούσι καθενός, τα έχει μας μάς παίρνουν,
τες εκκλησιές μας γδύνουσι, και τους παπάδες γδέρνουν,
κοιλιές μανάδων σχίζουσι και τα μωρά σκοτώνουν,
τους γέρους καίουν ζωντανούς και τους τρυποσουβλώνουν.
Τα παλληκάρια ξέγκωνα, εκεί που θα τα βρούνε,
εις τα παλούκια ζωντανά απάνω τα περνούνε.
Τες όμορφες, τες ακριβές, που δεν τες είδε μμάτι,
πο τα μαλλιά τες σέρνουνε για ένα μας γινάτι.
...................
Το τελειωτικό κτύπημα στους τουρκοαιγύπτιους,
δόθηκε, όταν ο ενωμένος στόλος της Αγγλίας, της
Γαλλίας και της Ρωσίας έστειλε τα πλοία τους
στο βυθό του κόλπου του Ναβαρίνου και αναπτέρωσε
τις ελπίδες των Ελλήνων που, μετά τους εμφυλίους
πολέμους, βρέθηκε με την επανάσταση στο χείλος
της καταστροφής.
Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 επικύρωσε
την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, που η
Ελλάδα είχε κερδίσει, με το αίμα των ηρωικών
αγωνιστών της στα πεδία των μαχών αλλά που πέρασε
από τις συμπληγάδες πέτρες του διπλωματικού παρασκηνίου
και της «μάχης», για πολιτική επικράτηση, των
λεγόμενων «προστάτιδων δυνάμεων» επί
του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821
Πολλοί ήταν οι Δωδεκανήσιοι που αγωνίστηκαν
και διέπρεψαν στις επιχειρήσεις του Αγώνα της
εθνικής Παλιγγενεσίας, όχι μόνο στα νησιά αλλά
και στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Ο Παναγιώτης
ο Ρόδιος, πήρε μέρος σε διάφορες μάχες
και διετέλεσε Γραμματέας του Εκτελεστικού στην
κυβέρνηση Κουντουριώτη και Υπουργός Στρατιωτικών
επί Καποδίστρια, αλλά και αργότερα, επί Όθωνος.
Για τον διακεκριμένο αυτόν άνδρα από τη Ρόδο
θα υπάρξει ειδικό και πιο αναλυτικό αφιέρωμα.
Μαζί με τον Μητροπολίτη Αγάπιο,
που μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και μαζί με άλλους
προύχοντες του νησιού προδόθηκαν, από κάποιον
Ασημάκη, όργανον των Τούρκων, βασανίστηκαν και
εκδιώχθηκαν, αναφέρονται ακόμη και οι:
Μανόλης Καστρίσιος, ο Ιωάννης Καζούλλης, ο εφημέριος της Αγίας Αναστασίας, Παπά Μανόλης, ο Απόστολος Βλαστός, ο Φιλιππάκης Δημητρίου, ο Βασίλειος Ζαχαριάς, ο Αν. Δελαπόρτας, ο Αν. Στουπεντζής, κ.ά.
Μανόλης Καστρίσιος, ο Ιωάννης Καζούλλης, ο εφημέριος της Αγίας Αναστασίας, Παπά Μανόλης, ο Απόστολος Βλαστός, ο Φιλιππάκης Δημητρίου, ο Βασίλειος Ζαχαριάς, ο Αν. Δελαπόρτας, ο Αν. Στουπεντζής, κ.ά.
Ρόδιος ήταν και ο Μιχαήλ Ροδίτης,
που γεννήθηκε στη Ρόδο στα 1802 και πέθανε στα
1868. Ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας, διακρίθηκε
για τον πατριωτισμό του και έφτασε στο βαθμό
του συνταγματάρχη, του τακτικού στρατού, για
τις μεγάλες υπηρεσίες του.
Ο Αναστάσιος Ρόδιος ή Ροδίτης,
γεννήθηκε στη Ρόδο στα 1804 και πέθανε στα 1854
σαν φρούραρχος Ναυπλίου. Μέλος της Φιλικής Εταιρείας,
με τους αγώνες του στον τακτικό στρατό έφθασε
στο βαθμό του συνταγματάρχη. Πήρε μέρος στις
μάχες της Τριπόλεως, των Μύλων, της Καρύστου,
του Χαϊδαρίου, των Θηβών, του φρουρίου Αθηνών
και την πολιορκία της Χίου. Έμενε οικογενειακώς
στο Ναύπλιο, όπου υπήρχε ροδίτικη παροικία έως
το 1835. Δεινός ξιφομάχος, αντιμετώπισε με επιτυχία
έναν ξιφομάχο Φράγκο που κανείς δεν τολμούσε
να αντιμετωπίσει και ενθουσίασε το λαό που του
αφιέρωσε αυτοσχέδια τραγούδια.
Ο Βασίλειος Βενετοκλής, αδελφός
του λόγιου ποιητή Παναγιώτη Βενετοκλή. Μέλος
της Φιλικής Εταιρείας, νυμφεύθηκε τη Δέσποινα
Ρεϊση, και ήταν πατέρας των μεγάλων Ροδίων ευεργετών
Μίνωα και Δημητρίου Βενετοκλή. Ο Βασίλειος Βενετοκλής,
έφυγε από τη Ρόδο, κρυφά από τους δικούς του,
κατατάχθηκε στον επαναστατικό στρατό στο Ναύπλιο
και έλαβε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Απολύθηκε με το βαθμό του λοχαγού.
Ο Παναγιώτης Σπανός Ροδίτης, γνωστός
με το όνομα καπετάν Παναγιώτης, αγωνίστηκε με
τους Κασίους κοντά στην Κω, τη Νίσυρο κι είχε
ορμητήριο του πλοίου του «Ηρακλής» το Τρίστομο
της Καρπάθου.
Ο Γεώργιος Καζούλης ήλθε στην
Ελλάδα και υπηρέτησε με διάφορους οπλαρχηγούς
και τον αρχηγό του ελαφρού ιππικού συνταγματάρχη
Χατζηχρήστο, ενώ συγχρόνως εκτελούσε χρέη Γραμματέα.
Ο Αθανάσιος Ανθού Ρόδιος, αξιωματικός
διορισμένος από την προσωρινή κυβέρνηση στην
Κάρπαθο, με διοικητικές εξουσίες, επιφορτισμένος
με την στρατολογία. Υπογράφει ως χιλίαρχος. Πιθανή
καταγωγή του τα τριάντα όπου σύνηθες όνομα είναι
το Ανθός.
Ο Χριστοφής Μηλιόνης, ήταν γνωστός
από την Επιτροπή Ροδίων της Σύρου
για την απελευθέρωση της Ρόδου.
Ο Κωνσταντίνος Καστρίσιος, γεννήθηκε
το 1793 και ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Όταν άρχισε η επανάσταση έφυγε από την Αίγυπτο,
όπου εργαζόταν ως έμπορος κι ήρθε στην Ελλάδα
και υπηρέτησε στη Φάλαγγα των Φιλελλήνων κι έφτασε
στο βαθμό του λοχαγού. Πέθανε στο Ναύπλιο στα
1846.
Από τον Αναστάσιο Βρόντη, στο έργο του «Η
Ρόδος στα 1821 και οι άγνωστοι ήρωές της»,
(1950), αναφέρονται ακόμα, οι Αναστάσιος Χατζησταυρής,
από τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου (Πάνω),
Καπετάν Τζαννής, Γεώργιος Κυριαζής, από την
ενορία της Μητρόπολης Ρόδου, Στεφανής Γεωργίου
Κασαλαμπάς, ή Κλεφτοστεφανής, από την Ιαλυσό
(Τριάντα) της Ρόδου, Κυριάκος Κυριάκας από
το Παραδείσι, ο Ζερβός από την Ασκληπειό, Ο
Γιαννάς από τη Διμυλιά, ο Παπατρέχας από το
Βάτι.
Οικονομική ενίσχυση έδωσαν στον Αγώνα οι Αθανάσιος
Καζούλης, από τη Ρόδο, έτος κατηχήσεως 1819,
τόπος Αλεξάνδρεια, ο Νικόλαος Καστρίσιος, μέλος
της Επιτροπής της Σύρου, Νικόλαος Κάλογλους,
ο Ροδίτης Γεώργιος Μηλιόνης, που πρωτοστάτησε
στην ίδρυση του πρώτου νοσοκομείου στην Ερμούπολη
της Σύρου στα 1826, ο Παρασκευάς Κάζιρας Ρόδιος,
αντιπροσώπευσε την Ερμούπολη στην Δ' Εθνοσυνέλευση
του Άργους. Από την οικογένεια Κάζιρα, αναφέρονται
και ο Κων/νος Κάζιρας, μέλος της Δημογεροντίας
της Σύρου και ο γιος του Αριστείδης, επίλεκτο
μέλος της κοινωνίας της Σύρου
Ο Πάτμιος Δημήτριος Θέμελης,
υπήρξε από τους μεγάλους Εθναποστόλους της Φιλικής
Εταιρείας. Εργάστηκε ακαταπόνητος για την προετοιμασία
της Εθνεγερσίας σε όλα τα νησιά του Αιγαίου,
την Μικρά Ασία, και στην Στερεά Ελλάδα. Πολέμησε
στο Μεσολόγγι και έπεσε στις επάλξεις της ηρωικής
πόλης τον Απρίλιο του 1826, λίγο πριν από την
έξοδο των Ελεύθερων Πολιορκημένων.
Ο ερευνητής και ιστοριοδίφης, Ιάκωβος Ζαρράφτης
θα διασώσει τα ονόματα των Κώων αγωνιστών: του
Σοφιανού από το Ασφενδιού, του Σκενδέρη Χατζηγεώργη
από το Πυλί και του Ζουλούφη από την Αντιμάχεια.
Επιμέλεια: Νίκος Νικολάου -
Αντώνης Αγγελής
Πηγή: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρόδου - rhodeslibrary.gr
25 Μαρτίου 2015
rodorama.blogspot.gr