Οι μεσάζοντες, το κόστος, η αδυναμία κάλυψης της ζήτησης και η κακή
συνεργασία με τους προμηθευτές είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους
τα ξενοδοχεία επιλέγουν εισαγόμενα προϊόντα, αντί των νωπών εγχώριων.
Αυτό είναι το συμπέρασμα έρευνας της PWC που παρουσιάστηκε στο φόρουμ
που οργάνωσε η γενική γραμματεία Βιομηχανίας για την αγροδιατροφή.
Σύμφωνα με την έρευνα, τα ξενοδοχεία θέλουν να προμηθεύονται από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ωστόσο τις ανάγκες τους τελικά τις καλύπτουν με εισαγόμενα προϊόντα λόγω διαρθρωτικών προβλημάτων του αγροτικού τομέα και της βιομηχανίας στην Ελλάδα, τα οποία συντελούν στην αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων, στο υψηλότερο κόστος σε σχέση με τα εισαγόμενα, στην αδυναμία κάλυψης της ζήτησης και στη χαμηλότερη ποιότητα.
Ο ρόλος των μεσαζόντων είναι ακόμη ισχυρότερος στις προμήθειες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στην επίπλωση, μόλις το 14,9% των προμηθειών γίνεται απευθείας από τους παραγωγούς, είναι 6% στην περίπτωση των αναλωσίμων, 6,6% στα αλκοολούχα ποτά, 14,5% στα είδη ιματισμού, 13,8% στην περίπτωση των αναψυκτικών, χυμών κ.ά., στο 8,2% στα είδη κοσμητικής και στο 13,6% στα τυποποιημένα τρόφιμα.
Στην έρευνα τονίζονται οι στρεβλώσεις ή και η ανωριμότητα του κλάδου των ενδιάμεσων, που προκαλούν δυσλειτουργία στις αλυσίδες αξίας (ενδοκλαδικά και διακλαδικά), με αρνητικές επιπτώσεις στο ίδιο το προϊόν, στην αξία του κτλ.
Στους άλλους παράγοντες για τους οποίους δεν προτιμώνται τα εγχώρια προϊόντα, είναι το υψηλότερο κόστος, η χαμηλότερη ποιότητα, η αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων, η αδυναμία κάλυψης ζήτησης, το περιορισμένο ή αναξιόπιστο δίκτυο διανομής, η συνεργασία με συγκεκριμένο brand από το εξωτερικό, η έλλειψη τυποποίησης και η έλλειψη πιστοποίησης.
Όπως σημειώνεται, ηγενική εικόνα του κλάδου των logistics στη χώρα δεν είναι ανάλογη της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης ή των αναγκών της: οι επιχειρήσεις αποθήκευσης και υποστηρικτικών υπηρεσιών μεταφοράς είναι λιγότερες από τις μισές των μεταποιητικών τροφίμων και ποτών και κατά κύριο λόγο δεν απασχολούν πάνω από 9 άτομα.
• Δημιουργία Κέντρων Agrologistics κεντρικά αλλά και περιφερειακά, κάτι που θα βοηθήσει στην διασύνδεση των κλάδων.
• Πιστοποίηση και τυποποίηση των προϊόντων και υπηρεσιών.
• Αποτελεσματική λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών σε ολόκληρο το φάσμα των κλάδων (ελληνοποιήσεις προϊόντων, αγορά εργασίας κ.λπ.).
• Χρηματοδοτικά εργαλεία για την διασύνδεση των κλάδων.
• Εκπαιδευτικά προγράμματα.
• Δημιουργία πρότυπων συνταγών γαστρονομίας (π.χ. τι πρέπει να περιέχει η χωριάτικη σαλάτα για να έχει αυτή την ονομασία).
• Δημιουργία πιλοτικών δράσεων σε τοπικό επίπεδο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
• Προβολή της ελληνικής γαστρονομίας στους τουριστικούς προορισμούς, ώστε να αναγνωρίζεται σαν «προϊόν» υψηλής προστιθέμενης αξίας.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ) - efsyn.gr - Nov 22, 2017
Σύμφωνα με την έρευνα, τα ξενοδοχεία θέλουν να προμηθεύονται από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ωστόσο τις ανάγκες τους τελικά τις καλύπτουν με εισαγόμενα προϊόντα λόγω διαρθρωτικών προβλημάτων του αγροτικού τομέα και της βιομηχανίας στην Ελλάδα, τα οποία συντελούν στην αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων, στο υψηλότερο κόστος σε σχέση με τα εισαγόμενα, στην αδυναμία κάλυψης της ζήτησης και στη χαμηλότερη ποιότητα.
Καταλυτικός ο ρόλος των μεσαζόντων
Αυτό που υπερτονίστηκε είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών εξαρτάται από τους μεσάζοντες, οι οποίοι κυριαρχούν στη διακίνηση των αγροτικών προϊόντων. Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι μόνο το 30,4% των προμηθειών σε νωπά εγχώρια προϊόντων πραγματοποιείται απευθείας από παραγωγούς.Ο ρόλος των μεσαζόντων είναι ακόμη ισχυρότερος στις προμήθειες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, στην επίπλωση, μόλις το 14,9% των προμηθειών γίνεται απευθείας από τους παραγωγούς, είναι 6% στην περίπτωση των αναλωσίμων, 6,6% στα αλκοολούχα ποτά, 14,5% στα είδη ιματισμού, 13,8% στην περίπτωση των αναψυκτικών, χυμών κ.ά., στο 8,2% στα είδη κοσμητικής και στο 13,6% στα τυποποιημένα τρόφιμα.
Στην έρευνα τονίζονται οι στρεβλώσεις ή και η ανωριμότητα του κλάδου των ενδιάμεσων, που προκαλούν δυσλειτουργία στις αλυσίδες αξίας (ενδοκλαδικά και διακλαδικά), με αρνητικές επιπτώσεις στο ίδιο το προϊόν, στην αξία του κτλ.
Στους άλλους παράγοντες για τους οποίους δεν προτιμώνται τα εγχώρια προϊόντα, είναι το υψηλότερο κόστος, η χαμηλότερη ποιότητα, η αδυναμία κάλυψης γκάμας προϊόντων, η αδυναμία κάλυψης ζήτησης, το περιορισμένο ή αναξιόπιστο δίκτυο διανομής, η συνεργασία με συγκεκριμένο brand από το εξωτερικό, η έλλειψη τυποποίησης και η έλλειψη πιστοποίησης.
Χαμηλή ανταπόκριση στα βιομηχανικά
Άλλο στοιχείο που ανέδειξε η έρευνα είναι ότι τα προϊόντα βιομηχανίας που αφορούν στον τουρισμό έχουν τη χαμηλότερη ανταπόκριση στον κλάδο και υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης κυρίως σε θέματα ποιότητας και τυποποίησης.Όπως σημειώνεται, ηγενική εικόνα του κλάδου των logistics στη χώρα δεν είναι ανάλογη της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης ή των αναγκών της: οι επιχειρήσεις αποθήκευσης και υποστηρικτικών υπηρεσιών μεταφοράς είναι λιγότερες από τις μισές των μεταποιητικών τροφίμων και ποτών και κατά κύριο λόγο δεν απασχολούν πάνω από 9 άτομα.
Προτάσεις
Για τη βελτίωση της κατάστασης, αλλά και την περαιτέρω προώθηση του ελληνικού προϊόντος και του τουρισμού, οι ομάδες εργασίας που μετείχανσ την έρευνα προτείνουν:• Δημιουργία Κέντρων Agrologistics κεντρικά αλλά και περιφερειακά, κάτι που θα βοηθήσει στην διασύνδεση των κλάδων.
• Πιστοποίηση και τυποποίηση των προϊόντων και υπηρεσιών.
• Αποτελεσματική λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών σε ολόκληρο το φάσμα των κλάδων (ελληνοποιήσεις προϊόντων, αγορά εργασίας κ.λπ.).
• Χρηματοδοτικά εργαλεία για την διασύνδεση των κλάδων.
• Εκπαιδευτικά προγράμματα.
• Δημιουργία πρότυπων συνταγών γαστρονομίας (π.χ. τι πρέπει να περιέχει η χωριάτικη σαλάτα για να έχει αυτή την ονομασία).
• Δημιουργία πιλοτικών δράσεων σε τοπικό επίπεδο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
• Προβολή της ελληνικής γαστρονομίας στους τουριστικούς προορισμούς, ώστε να αναγνωρίζεται σαν «προϊόν» υψηλής προστιθέμενης αξίας.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ) - efsyn.gr - Nov 22, 2017