Η σκιά του Τάκη στέκει ακόμη ζωντανή, θυμίζει εκείνο τον άγριο
πόλεμο, το ξεκλήρισμα μεταξύ αδελφών που σακάτεψε ολάκερη τη χώρα, τον
εμφύλιο!
Ο Καρπάθιος Τάκης Χρυσοχέρης σκοτώθηκε στις
26 Αυγούστου 1949,
πολεμούσε με τις γραμμές του κυβερνητικού στρατού, ανέβαινε τον Γράμμο
και έπεσε στην κατάληψη του πασίγνωστου τελευταίου υψώματος, του Τσάρνο.
Ακόμη και σήμερα, 68 χρόνια από τότε, η ιστορία εξακολουθεί να χορεύει μπροστά στα ανίδεα μάτια μας.
Από τι μια οι αντάρτες του ΔΣΕ κι από την άλλη το επίσημο κράτος και
οι σύμμαχοι τους, όλοι απέναντι με ένα όπλο στο χέρι, μάχονται να
οδηγήσουν την ίδια ταλαίπωρη πατρίδα.
Σκέψεις γεννούν κουβέντες, όλα μετατρέπονται σε συναισθήματα. Αμέσως
βγάζουν πόνο, άπειρη πίκρα. Κάθε πλευρά κουβαλά το δικό της βαρύ
ματωμένο φορτίο. Δίκαιο κι άδικο σβήνουν, λιώνουν μέσα στα ξερά μνήματα.
Οι συγγενείς τους γνωρίζουν, θυμούνται και μπορούν να περιγράψουν, μα ο καθένας έχει το δικό του μερίδιο αλήθειας.
-
Άραγε υπάρχει κανείς που θα μπορούσε να διαφωνήσει μαζί τους;
-
Γιατί κάποιος να θεωρεί ότι έχει παραπανίσιο δίκιο; ποιος
και γιατί, μπορεί να διεκδικεί περισσότερο πόνο, για την πατρίδα και το
μέλλον της, από τον διπλανό του;
Ο Τάκης ήταν από το Απέρι της Καρπάθου, γεννήθηκε τα Χριστούγεννα του
1926. Ένα παλικάρι μόλις 24 ετών, τεταρτοετής φοιτητής ιατρικής, το
1947 αρραβωνιάστηκε με την αγαπημένη του και την επόμενη χρονιά, το
1948, επιστρατεύτηκε μαζί με ακόμη 300 συμφοιτητές του για να ενισχύσουν
τον επίσημο στρατό της χώρας. Αμέσως μετά την βασική εκπαίδευση ως
ασυρματιστής πήρε μετάθεση από την Καλαμάτα για τον Γράμμο, δεκανέας
υπηρετούσε ήδη 14 μήνες και ήταν ένας από τους ομαδάρχες των πρώτων
τμημάτων κρούσης του 594ου τάγματος.
Το ξημέρωμα της 26ης Αυγούστου ήταν στο αμπρί (καταφύγιο με υποστυλώσεις μέσα στη γη) όταν έφτασε η διαταγή,
«να πάρει την ομάδα του και να πάει προς την κορυφή Τσάρνο του Γράμμου και να στήσει τον ασύρματο».
Όπως περιέγραψε ένας συμπολεμιστής του, ο καρδιολόγος Ανδρέας
Παρτσαλής, στον αδελφό του Τάκη, στον επίσης γιατρό Στέλιο Χρυσοχέρη:
«έπεφταν βροχή από όλμους, οι αντάρτες είχαν αρχίσει να υποχωρούν και ήθελαν να κάνουν κακό, γιατί ο πόλεμος είχε κριθεί».
Ο Αντρέας είδε τον Τάκη να ετοιμάζεται και του πρότεινε να περιμένει, να μην βγει μέσα στην αντάρα:
«Τάκη, κάτσε λίγο να περάσει η μπόρα. Δεν ακούς τι γίνεται; Κάτσε λίγο, δεν έχουμε κανέναν αξιωματικό εδώ, εμείς είμαστε μόνο».
Ο φόβος δεν τον κράτησε πίσω, σε μια στιγμή ξεχύθηκε προς το ύψωμα
και ήταν ο τελευταίος νεκρός των επιχειρήσεων. Εκείνη την ημέρα έπεσαν
ακόμη 17 στρατιώτες, φόρτωσαν τα άψυχα σώματα σε ένα φορτηγό και τους
έθαψαν στο κεφαλοχώρι του Γράμμου, στο Νεστόριο. (Πρόκειται για την
τρίτη και τελευταία φάση της επιχείρησης του τακτικού στρατού ΠΥΡΣΟΣ).
Στις 29-30 Αυγούστου ‘49 χάθηκε το ύψωμα Κάμενικ, το Κάστρο του Γράμμου.
Η μάχη του Γράμμου είχε τελειώσει και μαζί της έσβησε και ο τρίχρονος αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού.
Ο Τάκης Χρυσοχέρης δεν είναι το μόνο θύμα του πιο παράλλογου πολέμου
και οι δυο πλευρές θρήνησαν αμέτρητους νεκρούς, ανθρώπους που αντί να
αναστήσουν παρέα μια διαλυμένη πατρίδα χώθηκαν βιαστικά στο χώμα της.
Ο αριθμός των θυμάτων του εμφυλίου πολέμου, σύμφωνα με τα επίσημα
στοιχεία, έφτασε στα 154.000 άτομα. Οι απώλειες του κυβερνητικού
στρατού, όπως αναφέρονται στις στατιστικές του Γενικού Επιτελείου
Στρατού, έφτασαν στις 15.969 νεκρούς, τις 37.557 τραυματίες και τις
2.001 αγνοούμενους, δηλαδή συνολικά 55.527 άνδρες. Οι απώλειες των
ανταρτών του "Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας" ήταν 38.839 νεκροί,
τραυματίες και αγνοούμενοι και 20.128 αιχμάλωτοι.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, καταστράφηκαν 47.000 κατοικίες, 240
βιομηχανικές επιχειρήσεις και νοσοκομεία, 930 γέφυρες, 1.650 σχολεία.
Εξοντώθηκαν 1.500.000 ζώα. Κι ας μην ξεχνάμε των αριθμό των προσφύγων
που ξεριζώθηκαν βίαια από την πατρίδα τους. Στη συνέχεια την εικόνα
συμπληρώνουν οι καθημερινές διώξεις που βίωναν οι «ελεύθεροι»
κομμουνιστές, αριστεροί και δημοκρατικοί πολίτες με τα πιστοποιητικά
κοινωνικών φρονημάτων, τη συνεχή αστυνομική επιτήρηση, το φακέλωμα, τη
δράση του λεγόμενου παρακράτους και τις συνεχείς ψυχολογικές και άλλου
χαρακτήρα πιέσεις να αποκηρύξουν τις ιδέες τους και να υπογράψουν
δηλώσεις μετανοίας.
Ανάμεσα στους ζωντανούς η μάνα του Τάκη, η Άννα Χρυσοχέρη Κυζούλη, με
καταγωγή από τη Βωλάδα Καρπάθου, σύζυγος του γνωστού γιατρού με έντονη
κοινωνική δράση και βουλευτή στον Πειραιά Περικλή Χρυσοχέρη (1902-1964,
πολυκλινική Κοκκινιάς 1926, κλινική Αγία Ειρήνη 1948, εξελέγη το 1946 με
το κόμμα Βενιζελικών Φιλελευθέρων).
Στο πρόσωπο της Άννας συναντάμε τη γνώριμη φιγούρα της μάνας, σε
αυτήν πέφτουν πάνω της σαν κύματα τα άγρια χτυπήματα της κακίας των
καιρών και των ανθρώπων, τη φέρνουν στα έσχατα όρια μιας ωμής
δοκιμασίας, η ίδα ζει κι όμως χάνει-θάβει τα παιδιά της.
Η Άννα, είναι η Καρπαθιά μάνα με το χάρισμα, μπορούσε να μιλά με
μαντινάδες, από την ώρα που μαθεύτηκε το μαύρο μαντάτο δεν έπαψε να ζει
το δράμα, να γράφει στίχους, να εκφράζει τα συναισθήματα της. Ο πόνος, η
πίκρα και ο καημός, έγιναν ένα τρομακτικό ποτάμι λέξεων, που μόνο με
δάκρυα ψυχής θα μπορούσαν να παρομοιάσουν.
Άραγε υπήρχε άλλος τρόπος να αντιμετωπίσει η μάνα αυτή τη δοκιμασία και τα αλεπάλληλα χτυπήματα της μοίρας;
Με τίτλο “Το δράμα μου” εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969 και σε
δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση το 2011, η ιστορία του Τάκη και της
οικογένειας Χρυσοχέρη. Το βιβλίο αποτελείτε από 822 δεκαπεντασύλλαβους
στίχους και 14 ποιήματα, ο καθηγητής λαογραφίας κ. Μηνάς Αλ. Αλεξιάδης
το χαρακτηρίζει ως
“δόνηση καρδιάς”. Όπως μάλιστα αναφέρει
“η δόνηση δεν αφορά μόνο την ποιήτρια. Την μεταδίδει φυσιολογικά με κάθε ποιητική πρόταση στον αναγνώστη”. Και είναι αλήθεια, το βιβλίο μοιάζει με μια δυνατή γροθιά στη συλλογική μνήμη μας!
Μακριά από άκαιρες και βιαστικές κρίσεις για τον εμφύλιο (1946-1949) η
ιστορία εξακολουθεί να πονά, να γεννά αντιπαραθέσεις, ακόμη και
διαφωνίες. Κι όμως, ετούτος ο Καρπάθιος, ο λεβέντης Τάκης Χρυσοχέρης,
γίνεται και δικό μας γνωστός, ένας φίλος ή συγγενής, κάπως έτσι, μέσα
από τον ανείπωτο και διαρκή πόνο της μάνας, επιτρέπεται και σε μας να
δούμε λίγο πιο βαθιά και να βιώσουμε το δράμα μιας τραγωδίας που
συμβολίζει τα μαύρα χρόνια και τα μεγάλα λάθη ολάκερης της πατρίδας.
Μόνο που χρειάζεται να αφήσουμε στην άκρη χρωματιστά γυαλιά και
μικροσυμφέροντα, να πετάξουμε γαλάζιες και κόκκινες παρωπίδες, να δούμε
ακόμη μια φορά κατάματα την ματωμένη ιστορία του τόπου μας.
Πηγές
Άννα Χρυσοχέρη, Το Δράμα μου, εκδ. οίκος Αγγελάκη 2011
http://kokkinosfakelos.blogspot.gr/2010/10/t.html
http://www.youtube.com/watch?v=8DOk3f7ppK4&feature=player_detailpage#t=258s
Εφημερίδα “Ριζοσπάστης”
Από το verena.gr