Ο πληθωρισμός των τροφίμων ουδέποτε σταμάτησε να καλπάζει. Πλέον και ο «πληθωρισμός απληστίας» των διυλιστηρίων της χώρας, που για όσο διάστημα διαρκούσε η μακρά προεκλογική περίοδος έβαινε μειούμενος, αρχίζει εκ νέου να καλπάζει. Αν μη τι άλλο, αυτό δεικνύουν τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Καυσίμων του υπουργείου Ανάπτυξης, με τη μέση τιμή της αμόλυβδης 95 οκτανίων να δείχνει τάσεις προς τα 2 ευρώ ανά λίτρο (βέβαια ήδη σε 27 νομούς της χώρας έχει ξεπεράσει τα 2 ευρώ ανά λίτρο), ενώ η μέση τιμή της αμόλυβδης των 100 οκτανίων έχει ήδη ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο των 2 ευρώ ανά λίτρο.
Αυτό που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για την πορεία των προϊόντων είναι η αύξηση στην τιμή του ντίζελ κατά 20 λεπτά από τις αρχές του καλοκαιριού. Ας μην ξεχνάμε ότι το πετρέλαιο κινεί τα οχήματα μεταφορών και στην παραγωγή ισχύει ο κανόνας «ό,τι παράγεται μεταφέρεται».
Από την άλλη, δύσκολα θα υπάρξει το «ψυχρό καλοκαίρι», όπως χαρακτηρίστηκε ο περυσινός χειμώνας στην Ευρώπη λόγω των ήπιων θερμοκρασιών. Τούτο έχει άμεση επίπτωση στην τιμή του ρεύματος που εν πολλοίς καθορίζεται από την τιμή του φυσικού αερίου. Ηδη για τον Σεπτέμβριο η μέση χρέωση διαμορφώνεται στα 13,8 λεπτά ανά κιλοβατώρα, αυξημένη κατά 8% σε σχέση με τον Αύγουστο, όταν ήταν 12,8 λεπτά ανά kWh.
Πυροδότης οι δασικές πυρκαγιές
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί ο παράγοντας «δασικές πυρκαγιές». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την ανικανότητα που επιδεικνύει το «επιτελικό κράτος» του στην κατάσβεση των πυρκαγιών έχει καταφέρει να κάψει πάνω από 1,5 εκατ. στρέμματα στην ελληνική ύπαιθρο μέσα στο 2023. Σύμφωνα με τα στοιχεία, μέχρι το τέλος του Ιουλίου είχαν καεί 50.000 στρέμματα ελαιώνων. Ούτε λίγο ούτε πολύ, το 9% των καμένων εκτάσεων του Ιουλίου αφορά ελαιόδεντρα. Ακόμη δεν έχουν καταγραφεί τα μεγέθη της καταστροφής στις υπόλοιπες αγροτικές παραγωγές, ενώ και στην κτηνοτροφία τα καμένα ζώα υπολογίζονται σε εκατοντάδες χιλιάδες. Ολα αυτά φέρνουν μείωση της προσφοράς και όταν αυτή μειώνεται πυροδοτείται η ακρίβεια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ελαιόλαδο. Πριν από τις πυρκαγιές, σε μια αναιμική παραγωγικά χρονιά για τη Μεσόγειο, η παραγωγή ελαιόλαδου θα εμφάνιζε μείωση της τάξης των 80.000 τόνων σε σχέση με πέρυσι (από 320.000 σε 240.000 τόνους). Μετά την πύρινη λαίλαπα και την ανικανότητα του «επιτελικού κράτους» στην κατάσβεση, η πρόσφατη εκτίμηση κάνει λόγο για 200.000 τόνους, μειωμένη δηλαδή σε σχέση με πέρυσι κατά 120.000 τόνους. Εξ αυτού του λόγου, ενώ υπήρχε πρόβλεψη για αύξηση της τιμής του ελαιόλαδου κατά 45%, πλέον γίνεται λόγος για αύξηση της τάξης του 135%! Δεν είναι όμως μόνο το ελαιόλαδο. Ηδη στις κεντρικές αγορές σε εποχικά προϊόντα μαναβικής καταγράφονται διπλάσιες τιμές εξαιτίας των πυρκαγιών.
Ας μην ξεχνάμε ότι η ακρίβεια στα τρόφιμα ουδέποτε σταμάτησε την εκρηκτική ανοδική της πορεία. Η στατιστική και πριν από τις πυρκαγιές μετρούσε αυξήσεις στα μη επεξεργασμένα τρόφιμα της τάξης του 9,2% σε σχέση με πέρυσι. Ωστόσο όποιος αγοράζει από τα ράφια των σουπερμάρκετ γνωρίζει ότι αυτό το νούμερο του μέσου όρου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, με τις αυξήσεις σε βασικά αγαθά να είναι τουλάχιστον διπλάσιες. Οπως όλα δείχνουν και τα στελέχη της αγοράς των τροφίμων εκτιμούν, εντός του φθινοπώρου οι τιμές στα τρόφιμα θα εκτιναχτούν, χωρίς ουδείς να μπορεί να προσδιορίσει προς το παρόν το ύψος αυτών των ανατιμήσεων.
Χαίρεται η κυβέρνηση
Αν μη τι άλλο, αυτό το εκρηκτικό μείγμα ακρίβειας, αισχροκέρδειας και πληθωρισμού της απληστίας τροφοδοτείται τα μέγιστα από την άρνηση να υπάρξουν ουσιαστικοί έλεγχοι στην αγορά. Ο καθείς, και ειδικά οι μεγάλοι παίκτες, δρα ανεξέλεγκτα. Από την άλλη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη –ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας– χαίρεται γι’ αυτό το πάρτι ακρίβειας. Για τα δημόσια οικονομικά αυτός ο βρόχος που έχει περάσει στην κοινωνία (το 52% των νοικοκυριών αδυνατεί να χρηματοδοτήσει την καθημερινότητά του μετά τις 18 του μήνα, σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ) φέρνει ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη φορομπηχτική, που καθηλώνει την πραγματική οικονομία και δηλητηριάζει την κοινωνία. Αν μη τι άλλο, οι αριθμοί ευημερούν…
Η κυβέρνηση συγκεντρώνει έσοδα από την έμμεση φορολόγηση (ΦΠΑ και ειδικοί φόροι κατανάλωσης) και παρουσιάζει χωρίς κόπο αύξηση του ΑΕΠ και πλεονάσματα. Ποντάρει στην ανάγκη των πολιτών να τραφούν και να μεταφερθούν, αλλά και να καταναλώσουν ρεύμα για να ζήσουν. Ολα αυτά φέρνουν υπεραπόδοση έμμεσων φόρων. Ετσι, μέσω της έμμεσης φορολόγησης τροφοδοτείται η φορομπηχτική σταθερότητα
Τζώρτζης Ρούσσος
ΝΕΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ => www.documentonews.gr