Το ταξίδι στο εξωτερικό, λόγω των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού
κόστους αλλά και της εκρηκτικής ανόδου βραχυπρόθεσμης ενοικίασης, δεν
αποτελεί πλέον πολυτέλεια. Η Ελλάδα κάθε χρόνο καταρρίπτει το
προηγούμενο ρεκόρ αφίξεων με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για πάνω από
32 εκατομμύρια τουρίστες το 2018. Πολλοί είναι αυτοί που εκτιμούν πως oi
δυνατότητες της χώρας είναι πολύ μεγαλύτερες ωστόσο το φαινόμενο του
υπερτουρισμού που μαστίζει άλλους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς
αποτελεί ένα σημαντικό μάθημα, μια προειδοποίηση για τον τρόπο
διαχείρισης και ανάπτυξης της τουριστικής βιομηχανίας.
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο του Spiegel σε δημοσίευμά του με το οποίο προσδίδει στον σύγχρονο τουρισμό τα στοιχεία του «αρπακτικού» που καταβροχθίζει όλα τα όμορφα μέρη. Πλήθη τουριστών κατακλύζουν υπέροχες περιοχές, καθιστώντας τις πλέον απωθητικές και κυρίως απρόσιτες για τους ντόπιους. Είναι γεγονός πως πόλεις και ολόκληρες χώρες επένδυσαν στον τουρισμό, ο οποίος τους προσέφερε και συνεχίζει να τους προσφέρει σημαντικά έσοδα και οικονομική ανάκαμψη. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία της κρίσης ο τουρισμός υπήρξε η σημαντικότερη πηγή εσόδων και στη Βουλγαρία αποτελεί την ελπίδα των ντόπιων για αύξηση του εισοδήματός τους. Αντίθετα σε άλλες γωνιές της Ευρώπης, όπως στη Βαρκελώνη, στη Μαγιόρκα και στο Άμστερντάμ, ο υπερτουρισμός αποτελεί βάσανο για τον γηγενή πληθυσμό, αποδομώντας και το αισθητικό πλεονέκτημα αυτών των περιοχών.
Σταδιακά, εδώ και πολλά χρόνια, πέρα από τις παραδοσιακές καλοκαιρινές ή χειμερινές εξορμήσεις, έχει καταγραφεί άνοδος και του ολιγοήμερου αστικού τουρισμού. Ένας διαρκώς αυξανόμενος στόλος οικονομικών αεροπορικών εταιρειών μεταφέρει δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε παραλιακά μέρη, νησιά και πόλεις, λεωφορεία μεγάλων αποστάσεων προσφέρουν ταξίδια σε χαμηλές τιμές μεταξύ γειτονικών χωρών στην Ευρώπη και «σμήνη» τουριστών με κρουαζιερόπλοια φτάνουν σε πόλεις που ήδη είναι ασφυκτικά γεμάτες.
Η ευκολία και η ταχύτητα στις μετακινήσεις επιτρέπουν στους τουρίστες να επισκέπτονται για λίγο τις περιοχές - αξιοθέατα και στη συνέχεια να συνεχίζουν για τον επόμενο προορισμό τους. Σε πολλές περιπτώσεις, με υποδομές που δεν επαρκούν, με πόλεις και παραλίες υπερπλήρεις, η τουριστική βιομηχανία πνίγεται από τη δική της επιτυχία. Σύμφωνα με το Spiegel 670 εκατομμύρια άνθρωποι ταξίδεψαν στην Ευρώπη το 2017. Και προφανώς η έκρηξη αυτή δεν οφείλεται αποκλειστικά στους Ευρωπαίους. Καθοριστική είναι η συμβολή των ταξιδιωτών από χώρες εκτός Ευρώπης και κυρίως από τη Ρωσία, την Άπω Ανατολή και τις Αραβικές Χώρες.
Τα νέα δεδομένα του μαζικού τουρισμού όμως προκαλούν και αντιδράσεις, τόσο από εργαζόμενους όσο και από τους ντόπιους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από την πρώτη κατηγορία είναι οι πιλότοι της Ryanair, οι οποίοι προχώρησαν σε απεργίες διαμαρτυρόμενοι για τις κακές συνθήκες εργασίας και τους χαμηλούς μισθούς, στοιχεία που καθιστούν δυνατή και τη στρατηγική χαμηλού κόστους της εταιρείας, όπως γράφει το Spiegel.
Όμως η δεύτερη κατηγορία, αυτή των ντόπιων πολιτών, μοιάζει να είναι η περισσότερο θιγόμενη από την επέλαση των τουριστών. Όταν για παράδειγμα μια μερίδα κερδίζει νοικιάζοντας διαμερίσματα σε τουρίστες, άλλοι χάνουν τη δυνατότητα να βρουν ένα προσιτό μέρος για να ζήσουν στην ίδια τους την πόλη. Παράλληλα η καθημερινότητά τους γίνεται δύσκολη καθώς η αύξηση του τουρισμού παρασύρει κερδοσκοπικά και τις τιμές προς τα πάνω. Ενώ σε ακραίες περιπτώσεις, όπως στη Βαρκελώνη, προβλήματα προκύπτουν ακόμη και στις μετακινήσεις. Σε κάθε περίπτωση οι ανάγκες των τουριστών δεν συνάδουν με τις ανάγκες των ντόπιων και με το πέρασμα του χρόνου τα καταστήματα μιας τουριστικής περιοχής προσαρμόζονται στις ανάγκες των τουριστών.
Η τουριστική βιομηχανία έχοντας επικεντρωθεί στους φιλοξενούμενους τείνει να αγνοεί τους οικοδεσπότες. «Ο τουρισμός είναι ένα φαινόμενο που δημιουργεί πολλά ιδιωτικά κέρδη αλλά και μεγάλες κοινωνικές απώλειες», υπογραμμίζει ο Κρίστιαν Λίζερ, καθηγητής τουρισμού στο Πανεπιστήμιο του St. Gallen στην Ελβετία. Όσοι εμπλέκονται επιχειρηματικά κερδίζουν από τον τουρισμό, οι υπόλοιποι είναι απλά κολλημένοι στο χάος, τον θόρυβο, τα υψηλά ενοίκια και την αίσθηση του να νιώθεις ξένος στο ίδιο σου το μέρος. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε μια Disney Land για τους τουρίστες.
Μάλιστα το τελευταίο διάστημα αυτά τα συναισθήματα έχουν αρχίσει να εξωτερικεύονται, οδηγώντας σε μια δημόσια σύγκρουση. Ακτιβιστές σε διάφορες περιοχές, που πνίγονται από τον τουρισμό, πραγματοποιούν δράσεις διαμαρτυρίας, ενώ σε τοίχους έχουν κάνει την εμφάνισή τους συνθήματα όπως «τουρίστες πηγαίνετε σπίτι σας». Στη Μαγίορκα ακτιβιστές κήρυξαν το «καλοκαίρι δράσης» με διαμαρτυρίες κατά τουριστών στο αεροδρόμιο αλλά και σε ξενοδοχεία. Στην Πάλμα ομάδες πέταξαν σε τουρίστες περιττώματα αλόγων. Επιθέσεις κατά τουριστών έχουν σημειωθεί και στη Βαρκελώνη, ενώ στη Βενετία μια ομάδα εμπόδισε την είσοδο κρουαζιερόπλοιων στο λιμάνι. Σε πολλές περιπτώσεις οι τουρίστες εκλαμβάνονται ως «ξένοι εισβολείς» που αποτελούν κάποιο είδος απειλής για την πολιτιστική ταυτότητα του τοπικού πληθυσμού. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για «ξενοφοβία», ωστόσο στη Βαρκελώνη οι διαδηλωτές στοχεύουν αποκλειστικά τουρίστες. Αντίθετα οι Καταλανοί έχουν υποδεχτεί εγκάρδια πρόσφυγες και μετανάστες. «Η μετανάστευση άλλαξε την πόλη, αλλά ο τουρισμός την αποσταθεροποιεί», έγραφε χαρακτηριστικά ο Guardian, πριν από μερικούς μήνες, περιγράφοντας την άποψη που κυριαρχεί στην πόλη για τους τουρίστες και τους πρόσφυγες.
Μάλιστα, όπως γράφει το Spiegel, η τουριστική βιομηχανία φαίνεται να αναγνωρίζει όλο και περισσότερο το πρόβλημα και κυρίως το γεγονός πως η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί υπονομεύει το θεμέλιο του επιχειρηματικού της μοντέλου. Για το λόγο αυτό διεξάγονται συζητήσεις σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης των τουριστικών ροών, ώστε να μην επιβαρύνονται σε τέτοιο βαθμό οι τοπικές κοινωνίες και να μην εκλαμβάνεται πλέον ο τουρίστας ως απειλή.
Είναι όμως αυτό δυνατό με δεδομένο τη ραγδαία αύξηση των τουριστών; Στις αναδυόμενες ασιατικές χώρες εκατομμύρια άνθρωποι εντάσσονται σταδιακά στη μεσαία τάξη, πράγμα που σημαίνει πως μπορούν να ξοδέψουν μέρος του εισοδήματός τους για ταξίδια στο εξωτερικό. Και αυτό ακριβώς κάνουν. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις ειδικών της αγοράς, ο αριθμός των τουριστών παγκοσμίως αναμένεται να αυξηθεί κατά 500 εκατομμύρια μέχρι το 2030, με τους Κινέζους να αντιστοιχούν περίπου στο μισό αυτής της αύξησης. Πολλοί από αυτούς είναι δεδομένο πως θα θελήσουν να επισκεφτούν την Ευρώπη και τα αξιοθέατά της.
Ο τουριστικός κλάδος είναι ίσως ο ισχυρότερος τομέας παγκοσμίως, πολύ μεγαλύτερος από τη βιομηχανία πετρελαίου ή την αυτοκινητοβιομηχανία με εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 7 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, περίπου δηλαδή το 10% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής. Εκτός από τα άμεσα έσοδα, σε αυτό το εντυπωσιακό ποσό περιλαμβάνονται και συναφείς επιχειρηματικοί τομείς όπως το ξενοδοχειακό εμπόριο, ο κλάδος των μεταφορών (αεροπλάνα, πλοία, λεωφορεία), καταστήματα λιανικής με αναμνηστικά, ταξιδιωτικά γραφεία κλπ.
Στην Ισπανία, έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, η τουριστική βιομηχανία αντιπροσωπεύει σχεδόν το 15% του ΑΕΠ της χώρας. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Γαλλία και η Τσεχία, ο αριθμός των τουριστών υπερβαίνει κατά πολύ των αριθμό των κατοίκων. Αυτό σίγουρα δημιουργεί θέσεις εργασίας και αύξηση της ευημερίας, αλλά και μια σημαντική εξάρτηση, άκρως επικίνδυνη στην περίπτωση που υπάρξει μια σημαντική πτώση των επισκεπτών, όπως συνέβη για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία και την Αίγυπτο.
«Αυτή τη στιγμή εξετάζεται μια νέα προσέγγιση, πέρα από τη μονόπλευρη σκέψη για ανάπτυξη, βάσει της οποίας έχει χαραχτεί η πολιτική του τουρισμού στις περισσότερες πόλεις μέχρι σήμερα», αναφέρει, σύμφωνα με το Spiegel, ο Γιοχάνες Νόβι, ειδικός της αστικής ανάπτυξης και του τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου. Το ερώτημα που κυριαρχούσε μέχρι σήμερα ήταν «πως προσελκύουμε περισσότερους τουρίστες σε μια πόλη;». Κανείς δεν εξέταζε κάτι πέρα από αυτό, όπως για παράδειγμα πως θα αντιμετωπιστούν οι αρνητικές επιπτώσεις του υπερτουρισμού. Πολλές χώρες και δήμοι πλέον προσπαθούν να περιορίσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από τις διαφορετικές ανάγκες και συμπεριφορές. Εξάλλου και οι ίδιοι οι τουρίστες απογοητεύονται όταν φτάνουν σε ένα μέρος γεμάτο κόσμο που ελάχιστα θυμίζει το ειδυλλιακό τοπίο που είχαν δει μέσα από τις φωτογραφίες. Και σίγουρα δεν αισθάνονται άνετα όταν νιώθουν ανεπιθύμητοι.
Στην πραγματικότητα η ευθύνη για το πρόβλημα του υπερτουρισμού είναι κοινή και πολυσύνθετη. Οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να αναγνωρίσουν ότι υπάρχουν συγκεκριμένα όρια ανάπτυξης και να λάβουν κατάλληλα μέτρα. Η παγκόσμια βιομηχανία του τουρισμού πρέπει να εξασφαλίσει ότι η ανάπτυξη προϊόντων επιτυγχάνει μια ισορροπία μεταξύ της βέλτιστης τουριστικής εμπειρίας και ενός ανάλογου τοπικού οφέλους. Αλλά και οι τουρίστες από μόνοι τους οφείλουν να κάνουν πιο συνειδητές επιλογές, στα μέρη που επιλέγουν να ταξιδέψουν, και ταυτόχρονα να περιορίσουν τις ξέφρενες συμπεριφορές, σεβόμενοι τον τοπικό πληθυσμό, και αντίστροφα.
Πηγή: tvxs.gr - Aug 22, 2018
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο του Spiegel σε δημοσίευμά του με το οποίο προσδίδει στον σύγχρονο τουρισμό τα στοιχεία του «αρπακτικού» που καταβροχθίζει όλα τα όμορφα μέρη. Πλήθη τουριστών κατακλύζουν υπέροχες περιοχές, καθιστώντας τις πλέον απωθητικές και κυρίως απρόσιτες για τους ντόπιους. Είναι γεγονός πως πόλεις και ολόκληρες χώρες επένδυσαν στον τουρισμό, ο οποίος τους προσέφερε και συνεχίζει να τους προσφέρει σημαντικά έσοδα και οικονομική ανάκαμψη. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία της κρίσης ο τουρισμός υπήρξε η σημαντικότερη πηγή εσόδων και στη Βουλγαρία αποτελεί την ελπίδα των ντόπιων για αύξηση του εισοδήματός τους. Αντίθετα σε άλλες γωνιές της Ευρώπης, όπως στη Βαρκελώνη, στη Μαγιόρκα και στο Άμστερντάμ, ο υπερτουρισμός αποτελεί βάσανο για τον γηγενή πληθυσμό, αποδομώντας και το αισθητικό πλεονέκτημα αυτών των περιοχών.
Σταδιακά, εδώ και πολλά χρόνια, πέρα από τις παραδοσιακές καλοκαιρινές ή χειμερινές εξορμήσεις, έχει καταγραφεί άνοδος και του ολιγοήμερου αστικού τουρισμού. Ένας διαρκώς αυξανόμενος στόλος οικονομικών αεροπορικών εταιρειών μεταφέρει δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε παραλιακά μέρη, νησιά και πόλεις, λεωφορεία μεγάλων αποστάσεων προσφέρουν ταξίδια σε χαμηλές τιμές μεταξύ γειτονικών χωρών στην Ευρώπη και «σμήνη» τουριστών με κρουαζιερόπλοια φτάνουν σε πόλεις που ήδη είναι ασφυκτικά γεμάτες.
Η ευκολία και η ταχύτητα στις μετακινήσεις επιτρέπουν στους τουρίστες να επισκέπτονται για λίγο τις περιοχές - αξιοθέατα και στη συνέχεια να συνεχίζουν για τον επόμενο προορισμό τους. Σε πολλές περιπτώσεις, με υποδομές που δεν επαρκούν, με πόλεις και παραλίες υπερπλήρεις, η τουριστική βιομηχανία πνίγεται από τη δική της επιτυχία. Σύμφωνα με το Spiegel 670 εκατομμύρια άνθρωποι ταξίδεψαν στην Ευρώπη το 2017. Και προφανώς η έκρηξη αυτή δεν οφείλεται αποκλειστικά στους Ευρωπαίους. Καθοριστική είναι η συμβολή των ταξιδιωτών από χώρες εκτός Ευρώπης και κυρίως από τη Ρωσία, την Άπω Ανατολή και τις Αραβικές Χώρες.
Τα νέα δεδομένα του μαζικού τουρισμού όμως προκαλούν και αντιδράσεις, τόσο από εργαζόμενους όσο και από τους ντόπιους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από την πρώτη κατηγορία είναι οι πιλότοι της Ryanair, οι οποίοι προχώρησαν σε απεργίες διαμαρτυρόμενοι για τις κακές συνθήκες εργασίας και τους χαμηλούς μισθούς, στοιχεία που καθιστούν δυνατή και τη στρατηγική χαμηλού κόστους της εταιρείας, όπως γράφει το Spiegel.
Όμως η δεύτερη κατηγορία, αυτή των ντόπιων πολιτών, μοιάζει να είναι η περισσότερο θιγόμενη από την επέλαση των τουριστών. Όταν για παράδειγμα μια μερίδα κερδίζει νοικιάζοντας διαμερίσματα σε τουρίστες, άλλοι χάνουν τη δυνατότητα να βρουν ένα προσιτό μέρος για να ζήσουν στην ίδια τους την πόλη. Παράλληλα η καθημερινότητά τους γίνεται δύσκολη καθώς η αύξηση του τουρισμού παρασύρει κερδοσκοπικά και τις τιμές προς τα πάνω. Ενώ σε ακραίες περιπτώσεις, όπως στη Βαρκελώνη, προβλήματα προκύπτουν ακόμη και στις μετακινήσεις. Σε κάθε περίπτωση οι ανάγκες των τουριστών δεν συνάδουν με τις ανάγκες των ντόπιων και με το πέρασμα του χρόνου τα καταστήματα μιας τουριστικής περιοχής προσαρμόζονται στις ανάγκες των τουριστών.
Η τουριστική βιομηχανία έχοντας επικεντρωθεί στους φιλοξενούμενους τείνει να αγνοεί τους οικοδεσπότες. «Ο τουρισμός είναι ένα φαινόμενο που δημιουργεί πολλά ιδιωτικά κέρδη αλλά και μεγάλες κοινωνικές απώλειες», υπογραμμίζει ο Κρίστιαν Λίζερ, καθηγητής τουρισμού στο Πανεπιστήμιο του St. Gallen στην Ελβετία. Όσοι εμπλέκονται επιχειρηματικά κερδίζουν από τον τουρισμό, οι υπόλοιποι είναι απλά κολλημένοι στο χάος, τον θόρυβο, τα υψηλά ενοίκια και την αίσθηση του να νιώθεις ξένος στο ίδιο σου το μέρος. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε μια Disney Land για τους τουρίστες.
Μάλιστα το τελευταίο διάστημα αυτά τα συναισθήματα έχουν αρχίσει να εξωτερικεύονται, οδηγώντας σε μια δημόσια σύγκρουση. Ακτιβιστές σε διάφορες περιοχές, που πνίγονται από τον τουρισμό, πραγματοποιούν δράσεις διαμαρτυρίας, ενώ σε τοίχους έχουν κάνει την εμφάνισή τους συνθήματα όπως «τουρίστες πηγαίνετε σπίτι σας». Στη Μαγίορκα ακτιβιστές κήρυξαν το «καλοκαίρι δράσης» με διαμαρτυρίες κατά τουριστών στο αεροδρόμιο αλλά και σε ξενοδοχεία. Στην Πάλμα ομάδες πέταξαν σε τουρίστες περιττώματα αλόγων. Επιθέσεις κατά τουριστών έχουν σημειωθεί και στη Βαρκελώνη, ενώ στη Βενετία μια ομάδα εμπόδισε την είσοδο κρουαζιερόπλοιων στο λιμάνι. Σε πολλές περιπτώσεις οι τουρίστες εκλαμβάνονται ως «ξένοι εισβολείς» που αποτελούν κάποιο είδος απειλής για την πολιτιστική ταυτότητα του τοπικού πληθυσμού. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για «ξενοφοβία», ωστόσο στη Βαρκελώνη οι διαδηλωτές στοχεύουν αποκλειστικά τουρίστες. Αντίθετα οι Καταλανοί έχουν υποδεχτεί εγκάρδια πρόσφυγες και μετανάστες. «Η μετανάστευση άλλαξε την πόλη, αλλά ο τουρισμός την αποσταθεροποιεί», έγραφε χαρακτηριστικά ο Guardian, πριν από μερικούς μήνες, περιγράφοντας την άποψη που κυριαρχεί στην πόλη για τους τουρίστες και τους πρόσφυγες.
Μάλιστα, όπως γράφει το Spiegel, η τουριστική βιομηχανία φαίνεται να αναγνωρίζει όλο και περισσότερο το πρόβλημα και κυρίως το γεγονός πως η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί υπονομεύει το θεμέλιο του επιχειρηματικού της μοντέλου. Για το λόγο αυτό διεξάγονται συζητήσεις σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης των τουριστικών ροών, ώστε να μην επιβαρύνονται σε τέτοιο βαθμό οι τοπικές κοινωνίες και να μην εκλαμβάνεται πλέον ο τουρίστας ως απειλή.
Είναι όμως αυτό δυνατό με δεδομένο τη ραγδαία αύξηση των τουριστών; Στις αναδυόμενες ασιατικές χώρες εκατομμύρια άνθρωποι εντάσσονται σταδιακά στη μεσαία τάξη, πράγμα που σημαίνει πως μπορούν να ξοδέψουν μέρος του εισοδήματός τους για ταξίδια στο εξωτερικό. Και αυτό ακριβώς κάνουν. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις ειδικών της αγοράς, ο αριθμός των τουριστών παγκοσμίως αναμένεται να αυξηθεί κατά 500 εκατομμύρια μέχρι το 2030, με τους Κινέζους να αντιστοιχούν περίπου στο μισό αυτής της αύξησης. Πολλοί από αυτούς είναι δεδομένο πως θα θελήσουν να επισκεφτούν την Ευρώπη και τα αξιοθέατά της.
Ο τουριστικός κλάδος είναι ίσως ο ισχυρότερος τομέας παγκοσμίως, πολύ μεγαλύτερος από τη βιομηχανία πετρελαίου ή την αυτοκινητοβιομηχανία με εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 7 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, περίπου δηλαδή το 10% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής. Εκτός από τα άμεσα έσοδα, σε αυτό το εντυπωσιακό ποσό περιλαμβάνονται και συναφείς επιχειρηματικοί τομείς όπως το ξενοδοχειακό εμπόριο, ο κλάδος των μεταφορών (αεροπλάνα, πλοία, λεωφορεία), καταστήματα λιανικής με αναμνηστικά, ταξιδιωτικά γραφεία κλπ.
Στην Ισπανία, έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, η τουριστική βιομηχανία αντιπροσωπεύει σχεδόν το 15% του ΑΕΠ της χώρας. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Γαλλία και η Τσεχία, ο αριθμός των τουριστών υπερβαίνει κατά πολύ των αριθμό των κατοίκων. Αυτό σίγουρα δημιουργεί θέσεις εργασίας και αύξηση της ευημερίας, αλλά και μια σημαντική εξάρτηση, άκρως επικίνδυνη στην περίπτωση που υπάρξει μια σημαντική πτώση των επισκεπτών, όπως συνέβη για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία και την Αίγυπτο.
«Αυτή τη στιγμή εξετάζεται μια νέα προσέγγιση, πέρα από τη μονόπλευρη σκέψη για ανάπτυξη, βάσει της οποίας έχει χαραχτεί η πολιτική του τουρισμού στις περισσότερες πόλεις μέχρι σήμερα», αναφέρει, σύμφωνα με το Spiegel, ο Γιοχάνες Νόβι, ειδικός της αστικής ανάπτυξης και του τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου. Το ερώτημα που κυριαρχούσε μέχρι σήμερα ήταν «πως προσελκύουμε περισσότερους τουρίστες σε μια πόλη;». Κανείς δεν εξέταζε κάτι πέρα από αυτό, όπως για παράδειγμα πως θα αντιμετωπιστούν οι αρνητικές επιπτώσεις του υπερτουρισμού. Πολλές χώρες και δήμοι πλέον προσπαθούν να περιορίσουν τα προβλήματα που προκύπτουν από τις διαφορετικές ανάγκες και συμπεριφορές. Εξάλλου και οι ίδιοι οι τουρίστες απογοητεύονται όταν φτάνουν σε ένα μέρος γεμάτο κόσμο που ελάχιστα θυμίζει το ειδυλλιακό τοπίο που είχαν δει μέσα από τις φωτογραφίες. Και σίγουρα δεν αισθάνονται άνετα όταν νιώθουν ανεπιθύμητοι.
Στην πραγματικότητα η ευθύνη για το πρόβλημα του υπερτουρισμού είναι κοινή και πολυσύνθετη. Οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να αναγνωρίσουν ότι υπάρχουν συγκεκριμένα όρια ανάπτυξης και να λάβουν κατάλληλα μέτρα. Η παγκόσμια βιομηχανία του τουρισμού πρέπει να εξασφαλίσει ότι η ανάπτυξη προϊόντων επιτυγχάνει μια ισορροπία μεταξύ της βέλτιστης τουριστικής εμπειρίας και ενός ανάλογου τοπικού οφέλους. Αλλά και οι τουρίστες από μόνοι τους οφείλουν να κάνουν πιο συνειδητές επιλογές, στα μέρη που επιλέγουν να ταξιδέψουν, και ταυτόχρονα να περιορίσουν τις ξέφρενες συμπεριφορές, σεβόμενοι τον τοπικό πληθυσμό, και αντίστροφα.
Πηγή: tvxs.gr - Aug 22, 2018