Είμαι, λοιπόν, ένας αχαΐρευτος που μια ζωή δούλευα αντιπαραγωγικά σε μία
μη ανταγωνιστική επιχείρηση, αλλά κατάφερα να αποκτήσω ένα κεραμίδι για
την οικογένεια, όπως εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριωτών.
Όλοι δουλεύαμε
σε μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις που έκλεισαν μέχρι συμβολαιογράφου, υποθηκοφύλακα, εισφοράς στην
Πυροσβεστική, στο Ταμείο Νομικών, ΟΓΑ και δικηγόρου, αλλά δικά μου είχα
διαθέσιμα μόνον τα € 100.000 και τα παραφερνάλια.
Δανείσθηκα από την
τράπεζα τα υπόλοιπα € 100.000 και έβαλα στο σπίτι προσημείωση. Άλλες €
50.000 που είχα αποταμιεύσει τις άφησα επενδεδυμένες σε ομόλογα
Δημοσίου. Δεν ρευστοποίησα τα ομόλογα, αφού ήταν η μοναδική και απόλυτη
σιγουριά μου για τα γεράματα και για τις σπουδές των παιδιών. Τόση
σιγουριά μετέδιδε η κρατική διαφήμιση των ομολόγων, για την οποία
πλήρωνα και εγώ ένα σκασμό λεφτά στα βοθροτσοντοκάναλα.
Οι € 50.000 των ομολόγων έγιναν το 2011 € 20.000. Τις υπόλοιπες € 30.000
θα τις πάρουν τα εγγόνια μου, αν δεν τις έχει κουρέψει κάποιος
τσόγλανος από τους γόνους των χοντρόπετσων σημερινών υπουργών. Κι’ όλ’
αυτά χάρη στον Μπένι. Τον Dilinger της ελληνικής πωλητικής σκηνής.
Χρωστάω, λοιπόν, σήμερα στην τράπεζα € 60.000 και είμαι άνεργος δύο
χρόνια, εξ ου και έπαψα να είμαι συνεπής στις δόσεις του δανείου.
Δουλεύω ντελιβεράς 2-3 μέρες τη βδομάδα και ‘κονομάω € 400 το μήνα. Η
γυναίκα μου βγήκε στη γύρα και κάνει κάποιο μεροκάματο καθαρίζοντας
σκάλες στη γειτονιά. Δεν είναι κι’ άσχημα. Φέρνει € 250 το μήνα στο
σπίτι. Τα παιδιά κάνουν το σκατό τους παξιμάδι κυριολεκτικά και όχι σαν
τον τρόμπα τον Δάνη. Δεν ζητάνε πια χαρτζηλίκι. Με το ζόρι δέχονται να
πάρουν από τη μάνα τους € 10 που τους δίνει πού και πού.
Δε λέω, η
τράπεζα μού έκανε και μου ξαναέκανε ρύθμιση, αλλά ο λογαριασμός δεν
βγαίνει με τίποτε. Το σπίτι έχει σήμερα αξία € 120.000 μόνον. Προσπάθησα
να το πουλήσω, ώστε να εξοφλήσω την τράπεζα και τα χαράτσια και να μου
μείνουν γύρω στις € 40.000, να νοικιάσω ένα σπιτάκι από τα χιλιάδες
ξενοίκιαστα και να δω τί θα κάνω. Ίσως να «σκοτώσω» και το ομόλογο αντί €
7.500 σε ένα κοράκι που έχει λεφτά με ουρά. Είχε κάνει Διευθυντής
προμηθειών σε δημόσιο νοσοκομείο και κάτι νογάει από επενδύτες με
βαθειές τσέπες. Με λίγα λόγια είμαι σε απόγνωση και τη βγάζω με success
story-πίτα χωρίς τζατζίκι.
Και πάνω στη μαύρη τη μαυρίλα μου μού την πέφτει ο γίγαντας Γκίκας και
μου λέει: «Μαλάκα! Θα σου βρω λύση να ξεφύγεις από τη μιζέρια και τα
νύχια των τραπεζικών τοκογλύφων. Δώσε βάση: θα ψηφίσει ο Ταμήλος με το
Σηφουνάκη μια διάταξη νόμου που θα υποχρεώσει την τράπεζα να δεχθεί να
της μεταβιβάσεις το σπίτι σου και συ θα πληρώνεις στην τράπεζα € 200
νοίκι το μήνα για 30 χρόνια. Έτσι, θα πάρεις μια ανάσα και μόλις
περάσουν τα 30 χρόνια και έχεις πληρώσει € 72.000, η τράπεζα θα σου
αναμεταβιβάσει το σπίτι!». «Μα δεν έχω € 200 κι’ ούτε είναι βέβαιο ότι
θα έχω στα επόμενα χρόνια». «Ναι, αλλά έτσι, δεν θα σου βγάλει η τράπεζα
το σπίτι στο σφυρί, και μόλις ξεπληρώσεις το δάνειο με τα μηνιάτικα, θα
ξαναγίνει το σπίτι δικό σου». «Μα δεν θα μπορέσω να το ξεπληρώσω» του
λέω. «Τότε το σπίτι σου θα παραμείνει στην κυριότητα της τράπεζας» μου
απαντά. «Δηλαδή ρε Γκίκα» του λέω «τρισμέγιστε, τί θα γίνει αν εγώ δεν
δεχθώ να δώσω το σπίτι μου στην τράπεζα μια και είμαι βέβαιος ότι δεν θα
μπορώ να της πληρώνω νοίκι για να το ξανακάνω δικό μου;». «Αν δεν
δεχθείς να της το μεταβιβάσεις, θα στο βγάλει στο σφυρί». «Τώρα;» τον
ρωτάω. «Όταν λέμε τώρα, εννοούμε σε 5-6 μήνες» μου λέει.
«Και γιατί να
παρατείνω το μαρτύριό μου για 2-3 χρόνια το πολύ και να έχει πάρει το
σπίτι μου η τράπεζα χωρίς κόπο και χωρίς έξοδα με τη δική μου υπογραφή;»
τον ρωτάω. Και συνεχίζω: «Γιατί να μην το βγάλει στο σφυρί τώρα και να
ξέρω τί μου γίνεται σε 5-6 μήνες; Άκουσα, μάλιστα, ότι οι περισσότεροι
πλειστηριασμοί που γίνονται σήμερα είναι άκαρποι. Άρα, μπορεί να κερδίσω
κι’ άλλο χρόνο. Εκδίδονται πού και πού και δικαστικές αποφάσεις που
βάζουν φρένο στην τραπεζική απ-ληστεία. Αλλά να σε ρωτήσω και κάτι άλλο:
αν δώσω το σπίτι μου τώρα και δεν μπορώ να πληρώνω το νοίκι, η τράπεζα
θα με πετάξει έξω. Εγώ, όμως, θα εξακολουθήσω να χρωστάω κάτι στην
τράπεζα; Κι’ αν δεν χρωστάω, θα μου δώσει κάτι η τράπεζα για την
υπέρτερη αξία που θα έχει το σπίτι μου έναντι της οφειλής μου;». «Αυτό
δεν το ξέρω ακόμη, αλλά άκουσέ μου που σου λέω» μου απαντά ο τεράστιος
Γκίκας. «Ξέρω εγώ. Σκέψου το, διότι έχω να δώσω λύσεις και σε άλλα
μεγάλα προβλήματα. Σκέψου το, όμως, πολύ καλά. Σε συμφέρει. Εγώ τώρα
φεύγω, διότι με περιμένει ο Κωστόπουλος με τον Μηλιώνη να πάμε στη
Μύκονο. Έχει πάρτι η Βίσση με την Κοντσίτα. Εκεί να δεις πείνα. Αν δεν
πάω εγώ να τους παρηγορήσω δίνοντας λύσεις, θα τους καθίσει το χαβιάρι
στο λαιμό και δεν θα κατεβαίνει ούτε με τρία μπουκάλια σαμπάνια».
Εδώ τελειώνει το καλαμπούρι που λέγεται «και γαμώ το Μνημόνιο» ή «το
Μνημόνιο είναι ευτυχία» ή «να κάνουμε την κρίση ευκαιρία» ή «πρωτογενές
πλεόνασμα» και ερχόμαστε στα σοβαρά, στα επιστημονικά. Το δόγμα δραχμή =
δραχμή [ως δραχμολομπίστας αρνούμαι την εξίσωση ευρώ =ευρώ] διατρέχει
όλο το νομισματικό δίκαιο.
Δηλαδή, αν έλαβες μία δραχμή, μία δραχμή θα
επιστρέψεις. Δεν θα επιστρέψεις μία και μισή ή μισή. Έστω και αν έχει
υποτιμηθεί η δραχμή έναντι του δολαρίου και των λοιπών νομισμάτων. Εκτός
αν η υποτίμηση είναι τόσο μεγάλη που ισοδυναμεί στην ουσία με δραματική
έκπτωση της αξίας της δραχμής, οπότε ο δικαστής [ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ λέω]
προχωρεί στην εφαρμογή των άρθρων 288 και 388 του Αστικού Κώδικα και
αναπροσαρμόζει το ποσό των καταβλητέων δραχμών, ώστε να αποκατασταθεί η
ισορροπία παροχής-αντιπαροχής. Και τούτο, επειδή αυτό επιτάσσουν η καλή
πίστη και τα χρηστά ήθη. Τέτοιες προσαρμογές είχεν αποφασίσει η
Δικαιοσύνη σε εποχές, όπου η πάροδος του χρόνου και η υποτίμηση της
δραχμής καθιστούσαν άδικη την εφαρμογή της νομιναλιστικής αρχής δραχμή =
δραχμή. Εκείνες οι προσαρμογές ήταν προς τα πάνω.
Δανείσθηκες μία
δραχμή, όταν η ισοτιμία δραχμής/δολαρίου ήταν 30/1, αλλά τώρα η ισοτιμία
είναι 200/1; Δεν θα επιστρέψεις μία δραχμή, αλλά 6,5 δραχμές. Τώρα
βρισκόμαστε σε εποχή, όπου οι προσαρμογές πρέπει να γίνουν προς τα
κάτω. Μορφή τέτοιας προσαρμογής είναι ο νόμος Κατσέλη για τα
υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Αν και με τον νὀμο αυτό μειώνονται τα χρέη τών
προς τις τράπεζες οφειλών λόγω αδυναμίας των οφειλετών να αποπληρώσουν
τα δάνειά τους εξ αιτίας της μείωσης των εισοδημάτων τους και όχι λόγω
υποτίμησης της αξίας των πάντων, περιλαμβανομένου του ευρώ.
Είναι χρέος πλέον της Δικαιοσύνης να αναπροσαρμόσει προς τα κάτω τις
οφειλές των πολιτών προς τις τράπεζες. Μερικά πολύ δειλά βήματα προς
αυτή την κατεύθυνση – όχι τόσο πολύ σε σχέση με τις τράπεζες - έχουν
γίνει, αλλά χρειάζεται περισσότερη γενναιότητα. Το Μνημόνιο δεν έχει
θίξει μόνον τους δικαστικούς και τους ένστολους. Έχει διαλύσει όλη την
κοινωνία εκτός Μυκόνου, όπου συχνάζουν οι πραγματικοί θιασώτες του
Μνημονίου για να ξεχάσουν τον πόνο τους που οι άνεργοι είναι μόνον 1,5
εκ. Αυτοί που τα έφαγαν μαζί με τον Πάγκαλο!
Άσε μας ρε Γκίκα που μάγκεψες και συ!
Σωτήριος Καλαμίτσης