Αναθεωρεί προς τα κάτω τις προβλέψεις του για ανάπτυξη το 2021 το ΙΟΒΕ, διαγράφοντας την πιθανότητα του θετικού σεναρίου και κρατώντας πλέον μόνο δύο σενάρια, το βασικό και το δυσμενές.Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει με ρυθμό 3,5-4% το 2021, εφόσον συντρέξουν πολλαπλές προϋποθέσεις.
Πρώτον, ότι θα υποχωρήσει σχετικά σύντομα η υγειονομική κρίση, θα αξιοποιηθεί η ρευστότητα του Ταμείου Ανάκαμψης και θα πετύχει το πείραμα του ανοίγματος του τουρισμού χωρίς νέο πανδημικό κύμα το φθινόπωρο. Διαφορετικά, αν η υγειονομική κρίση υποχωρήσει με βραδύτερους ρυθμούς, η τουριστική περίοδος περιοριστεί και η απορρόφηση των κονδυλίων καθυστερήσει, η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 1,5-2%.
Η αβεβαιότητα ήταν η λέξη που ακούστηκε περισσότερο από άλλες στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε το ΙΟΒΕ παρουσιάζοντας τη νέα τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία. Τον πολιτικό τόνο των στρατηγικών κατευθύνσεων του ΙΟΒΕ έδωσε ο πρόεδρος του Δ.Σ. του ΙΟΒΕ Παναγιώτης Θωμόπουλος, πρώην πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank, του ΤΧΣ και αντιπρόεδρος του ΔΝΤ για την Ελλάδα.
«Με ανησυχεί η παροχολογία και η συζήτηση για πάγωμα δανείων, θα ωφελήσουν και τους προνομιούχους και θα μας γυρίσουν πίσω στο 2011», προειδοποίησε σε αυστηρό τόνο, συστήνοντας «αντί για παροχές και βραχυχρόνια κεφάλαια να γίνουν επενδύσεις στην παραγωγική οικονομία και τις νέες τεχνολογίες, διαφορετικά θα υποχωρήσει κι άλλο η θέση της Ελλάδας στην ευρωζώνη και διεθνώς».
Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης παρουσίασε ο διευθυντής του ΙΟΒΕ Ν. Βέττας, ξεκαθαρίζοντας ότι η ανάκαμψη στα προ κρίσης επίπεδα δεν θα επανέλθει πριν από το 2022. Οπως είπε, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ελληνική οικονομία είναι η εξάντληση των δημοσιονομικών παρεμβάσεων και η επιστροφή των δίδυμων ελλειμμάτων, του δημοσιονομικού και του ελλείμματος ισοζυγίου συναλλαγών.
«Το μεγάλο πρόβλημα (σ.σ. στο να κάνουμε προβλέψεις) είναι ότι τώρα επιχειρήσεις και εργαζόμενοι είναι στον πάγο των μέτρων στήριξης. Οταν αρχίσει η απόψυξη, τότε πρέπει να προσέξουμε ώστε να μην υπάρξει πολύ μεγάλη αύξηση πτωχεύσεων και ανεργίας», πρόσθεσε, προεξοφλώντας εμμέσως ότι θα υπάρξουν λουκέτα και απολύσεις, απλώς δεν πρέπει να υπερβούν κάποια όρια.
Το δ’ τρίμηνο του 2020 σημειώθηκε μια μικρή εξασθένηση της ύφεσης, καθώς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 7,9% έναντι 11,7% στο γ’ τρίμηνο, ωστόσο πρόκειται για τη δεύτερη ευρύτερη υποχώρηση στην ευρωζώνη. Κατά 13,4% μειώθηκαν οι εξαγωγές, νέα καθίζηση υπέστησαν οι εξαγωγές υπηρεσιών (55,4%), λόγω του πλήγματος στην τουριστική βιομηχανία, ενώ μεγαλύτερη ανθεκτικότητα παρουσίασαν οι εξαγωγές αγαθών. Συνεχίστηκε η μείωση της κατανάλωσης των νοικοκυριών, αυξήθηκε η δημόσια κατανάλωση λόγω των μέτρων στήριξης και υποχώρησαν σημαντικά οι επενδύσεις (19%).
Ενα ενδιαφέρον, αλλά καθόλου αισιόδοξο συμπέρασμα είναι ότι ακόμα και αν ανακάμψει ο τουρισμός το δεύτερο εξάμηνο του 2021, μετά την κατακρήμνιση του κύκλου εργασιών κατά 62,7% το 2020 (με απώλειες εισπράξεων 13,9 δισ. ευρώ), δεν αναμένονται σημαντικά πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ευρύτερη οικονομία.
«Ο τουρισμός φέτος θα έχει πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά», εξήγησε ο Ν. Βέττας, διευκρινίζοντας ότι οι τουρίστες λόγω και του κορονοϊού θα μένουν «είτε σε περίκλειστα ξενοδοχειακά κέντρα, είτε σε σχετικά απομονωμένα τουριστικά καταλύματα, για τα οποία υπάρχει μεγάλη ζήτηση ενοικίασης μέσω διαδικτύου από υψηλά και μεσαία εισοδήματα, χωρίς τα χρήματα να “μπαίνουν” απαραίτητα στην τοπική οικονομία».
Eστίαση - τουρισμός: σταθερή... η κατάρρευση του τζίρου
Συνεχίστηκε και τον Φεβρουάριο του 2021 η βουτιά στον τζίρο των καταλυμάτων και της εστίασης, αν και με οριακά πιο συγκρατημένους ρυθμούς από τον Γενάρη. Ετσι, τα καταλύματα σημείωσαν απώλειες τζίρου -68,6% (έναντι -74% τον Γενάρη του 2021), ενώ η εστίαση είχε πιο συγκρατημένες ποσοστιαίες απώλειες στο -55,4% (έναντι -57,2% τον Γενάρη), πάντα σε σύγκριση με τους τζίρους των αντίστοιχων μηνών του 2020.
Σε απόλυτα νούμερα, μέσα σε έναν μήνα έκαναν φτερά από τα ταμεία των επιχειρήσεων που υποχρεούνται να τηρούν διπλογραφικά βιβλία πάνω από 117 εκατομμύρια ευρώ (53,63 εκατ. ευρώ στα καταλύματα και 64,1 εκατ. ευρώ στην εστίαση). Ο αριθμός αυτός βέβαια δεν ανταποκρίνεται στο σύνολο των απωλειών του κλάδου, καθώς αφορά τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις για τις οποίες υπάρχουν μηνιαία στοιχεία και όχι τη συντριπτική πλειονότητα που είναι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις για τις οποίες τα στοιχεία εκδίδονται σε τριμηνιαία βάση.
Σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας (για τις περιοχές με συνεισφορά στον συνολικό κύκλο εργασιών άνω του 1%), τη μεγαλύτερη μείωση του κύκλου εργασιών στα καταλύματα είχε η Θεσσαλονίκη (-83,9%), τη μικρότερη η Μύκονος (-34,1%), ενώ η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφηκε στην Περιφερειακή Ενότητα Ζακύνθου. Αντίστοιχα, η εστίαση κατέρρευσε στη Μαγνησία (-87%) και άντεξε συγκριτικά στην Εύβοια (-23,8%).
Πηγή: www.efsyn.gr (Από την έντυπη έκδοση)