Με εμφανή αγωνία αναμένουν δεκάδες χιλιάδες επαγγελματίες
στον χώρο του εμπορίου την «επανεκκίνηση» της αγοράς στην μετά-κοροναϊού
εποχή. Στην πραγματικότητα, οι προσδοκίες για επαναφορά του
τζίρου στα προ κρίσης επίπεδα είναι μηδαμινές, με το κύριο μέλημα να
είναι αυτή τη στιγμή η επιβίωση και η αποφυγή του λουκέτου.
Κομβικό σημείο αποτελεί το ζήτημα της ρευστότητας, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζουν αδυναμία να ανταποκριθούν ακόμη και στα στοιχειώδη έξοδα του πρώτου διαστήματος της «επανεκκίνησης», με δεδομένο μάλιστα ότι προέρχονται από την άκρως «τραυματική» για τον κλάδο δεκαετία των μνημονίων. Την ίδια στιγμή, ακόμη και οι δηλώσεις πολλών κυβερνητικών στελεχών, όπως του υφυπουργού Οικονομικών, Γιώργου Ζαββού, περί «μη χρηματοδότησης επιχειρήσεων-ζόμπι» επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο το κλίμα.
«Θα περάσει τουλάχιστον ένας χρόνος για να επανέλθουμε στην κανονικότητα» λένε 2 στους 3
Η απαισιοδοξία που επικρατεί στις τάξεις των επαγγελματιών της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας καταγράφεται ανάγλυφα στις σχετικές έρευνες, που πραγματοποίησε το προηγούμενο διάστημα το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ.
Ειδικότερα, σε δείγμα 350 ιδιοκτητών επιχειρήσεων, που παρέμειναν κλειστές ή επλήγησαν σοβαρά λόγω της πανδημίας, σχεδόν 2 στους 3 (61%) απάντησαν ότι θεωρούν πως οι επιχειρήσεις τους θα επενέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας μετά από τουλάχιστον ένα έτος. Συγκεκριμένα, το 40% εκτιμά ότι θα χρειαστεί ένα έτος, ένα 14% θεωρεί πως περάσουν δύο χρόνια, ενώ το 7% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι θα χρειαστεί ακόμη μεγαλύτερο διάστημα.
Αντίθετα, μόλις το 19% των επιχειρηματιών θεωρούν πως αρκούν 2 έως 4 μήνες για την αποκατάσταση της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους, ενώ 19% θεωρεί ότι εντός ενός εξαμήνου κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Επιπλέον, το 51% χαρακτήρισε τις διαδικασίες για την ένταξη της επιχείρησής τους στα μέτρα ελάφρυνσης από τις συνέπειες της πανδημίας από «πολύ» έως «αρκετά» περίπλοκες.
Επιπλέον, το 51% χαρακτήρισε τις διαδικασίες για την ένταξη της επιχείρησής τους στα μέτρα ελάφρυνσης από τις συνέπειες της πανδημίας από «πολύ» έως «αρκετά» περίπλοκες.
Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα, το μέτρο που οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι χρήζει αναδιαμόρφωσης σε μεγαλύτερο βαθμό είναι η καταβολή αποζημίωσης ειδικού σκοπού των 800 ευρώ, αφού περισσότερες από τους μισούς επιχειρηματίες θα επιθυμούσαν μια πιο γενναιόδωρη προσέγγιση. Όπως σημειώνουν οι συντάκτες της έρευνας, αυτό το εύρημα σχετίζεται με την απουσία κάποιου σχετικού μέτρου μη επιστρεπτέας χρηματοδότησης (επιδότηση), το οποίο θα μεταφραστεί σε άμεση αύξηση της ρευστότητας. Επιπρόσθετα, πάνω από τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις θα επιθυμούσαν μια διαφορετική διαμόρφωση του μέτρου σχετικά με την καταβολή του ενοικίου, το οποίο και αποτελεί το υπ’ αριθμόν σημαντικότερο πάγιο έξοδό τους.
Τεράστιο το πρόβλημα ρευστότητας το πρώτο διάστημα
Για «πρωτόγνωρη κατάσταση» κάνει λόγο ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας, και προσθέτει: «Ένα είναι βέβαιο, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν πολύ να επανέλθουν στους κανονικούς ρυθμούς τους. Είναι ήδη τραυματισμένες από την 10ετή κρίση των μνημονίων και με μηδενικούς τζίρους και υποχρεώσεις να τρέχουν, θα χρειαστούν για να επιβιώσουν ένα πραγματικό σοκ ρευστότητας από το Κράτος ή τις Τράπεζες ή συνδυαστικά και από τους δύο».
«Αυτό το οποίο απασχολεί έντονα τους επαγγελματίες του κλάδου μας είναι πού θα βρει ρευστότητα, καθώς πλην των 800 ευρώ τα οποία πήραν και τελευταίοι, δεν είχαν άλλα έσοδα. Θα χρειαστούν λοιπόν χρήματα για αλλαγή εμπορεύματος, αλλαγή βιτρίνας, πάγια έξοδα, πληρωμή ενοικίων, αλλά και έξοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή των νέων μέτρων ασφαλείας» σημειώνει μιλώντας στο tvxs ο κύριος Καρανίκας και συνεχίζει λέγοντας: «Αυτό που λείπει λοιπόν από μαγαζιά είναι η ρευστότητα. Κι αν δεν έρθει έστω και σταδιακά, όπως όλοι φανταζόμαστε κι ελπίζουμε, και με δεδομένο ότι πολλές υποχρεώσεις έχουν ήδη πάει πίσω, αντιλαμβάνεστε πως θα υπάρξει κίνδυνος μαζικών λουκέτων».
«Η πολιτεία οφείλει να βοηθήσει για αυτό το δύσκολο πρώτο διάστημα με διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία κι άλλες ενέσεις ρευστότητας, και μάλιστα ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις να μην έχουν τόσο έντονο το τραπεζικό στοιχείο» υπογραμμίζει.
Σχετικά με τις πρώτες εντυπώσεις από το άνοιγμα κάποιων καταστημάτων την Δευτέρα 4 Μαϊου, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα. Περιμένουμε με αγωνία την επόμενη Δευτέρα, γιατί η πρώτη επανεκκίνηση περιελάμβανε μόνο το 10% των επιχειρήσεών μας».
«Ελπίζω ότι ανοίξουν όλα τα καταστήματα, πλην βέβαια των εποχιακών. Υπάρχει όμως κι ο φόβος ότι κάποιοι ίσως να μην αντέξουνε. Όλα θα κριθούν βέβαια από το κατά πόσο θα επανέλθει η βασική χρηματοδότηση, που είναι η ομαλή κατανάλωση. Ξέρουμε βέβαια ότι αυτή δε θα επανέλθει αμέσως, ο τζίρος θα είναι αρκετά πεσμένος. Δεν μπορώ να το προσδιορίσω αυτή τη στιγμή, καθώς δεν υπάρχει καμιά απολύτως ανάλογη εμπειρία στο παρελθόν. Κινούμαστε σε τελείως αχαρτογράφητα νερά» σημειώνει ο κύριος Καρανίκας, ο οποίος εμφανίζεται ρεαλιστής αναφορικά με τις προοπτικές της επόμενης μέρας. «Είναι σαφές ότι υπάρχει ακόμη ανασφάλεια στον κόσμο. Πολύ σταδιακά και σε μεγάλος βάθος χρόνου θα αποκατασταθεί ο τζίρος» αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Αυτό που μπορούμε εμείς να κάνουμε και είναι στοίχημα για εμάς, είναι να δημιουργήσουμε ένα αίσθημα ασφάλειας στον καταναλωτή, ειδικά στα μικρά καταστήματα, ότι όντως μπορεί να ψωνίζει χωρίς φόβο» επισημαίνει ο κύριος Καρανίκας.
Τέλος, αναφορικά με τις προτάσεις που κατατίθενται εσχάτων από διάφορες μεριές για διεύρυνση του ωραρίου των καταστημάτων ή την «επανακατάθεση» της πρότασης για λειτουργία τις Κυριακές ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ είναι κάτι παραπάνω από σαφής: «Σε καμιά περίπτωση δεν μπαίνουμε σε τέτοια συζήτηση. Αυτά είναι προφάσεις. Υπάρχει προφανώς η σκέψη σε διάφορους κύκλους, οι οποίοι αφού δεν κατάφεραν να περάσουν κάποια πράγματα σε φυσιολογικές συνθήκες και θα προσπαθήσουν να τα περάσουν υπό έκτακτες. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση για εμάς. Όπως μας έδειξε άλλωστε και η εμπειρία της κυριακάτικης λειτουργίας την πρώτη εβδομάδα της καραντίνας, ούτε ουρές δημιουργήθηκαν ούτε συνωστισμός ούτε αύξηση του τζίρου» σημειώνει με νόημα.
Οι κυβερνητικές μεθοδεύσεις εντείνουν την ανασφάλεια στους εργαζόμενους στο εμπόριο
Την ίδια στιγμή, τον δικό τους «Γολγοθά» βιώνουν και οι εργαζόμενοι στο εμπόριο, καθώς αρκετοί φοβούνται πως μπορεί να βρεθούν είτε χωρίς δουλειά είτε σε αβέβαιο εργασιακό καθεστώς. Όπως επισημαίνει μάλιστα με ανακοίνωσή της η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων: «Η κυβέρνηση με τις νέες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (1/5/2020 και 3/5/2020), που αφορούν στην επαναλειτουργία των εμπορικών καταστημάτων, οδηγεί χιλιάδες εργαζόμενους στην εξόντωση, επιβάλλοντας αναστολή συμβάσεων και εκ περιτροπής εργασία με όχημα δήθεν τα μέτρα πρόληψης διασποράς του COVID-19».
Ειδικότερα, αναφέρεται ότι «με βάση τη νέα ΠΝΠ στα εμπορικά καταστήματα ο προσδιορισμός του επιτρεπόμενου ορίου παρουσίας ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο γίνεται μεικτά, αθροίζοντας δηλαδή εργαζόμενους και καταναλωτές. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται το φαινόμενο η εμπορική δραστηριότητα να πρέπει να πραγματοποιηθεί είτε με εργαζόμενους χωρίς πελάτες είτε με πελάτες χωρίς εργαζόμενους! Και τα δύο βέβαια οδηγούν στην καταστροφή του εμπορίου καταδικάζοντας τους εργαζόμενους σε “μερική ανεργία”, αλλά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε έναν αργό θάνατο. Υπενθυμίζουμε ότι, ο αντίστοιχος προσδιορισμός παρουσίας ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο στα καταστήματα, που λειτουργούσαν την περίοδο της καραντίνας και στην έξαρση της πανδημίας, αφορούσε αποκλειστικά στην παρουσία των πελατών. Σήμερα, φαίνεται ότι τα «επιστημονικά» δεδομένα άλλαξαν, όπως ακριβώς άλλαξαν και σε άλλες περιπτώσεις, “κατά διαβολική σύμπτωση” σε βάρος πάντα της “τσέπης” των εργαζομένων».
«Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η κυβέρνηση λειτουργώντας ως «λαγός», επιβάλλει διά μέσου του περιορισμού των ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο, ν’ ανοίξουν τα εμπορικά καταστήματα με πολύ λιγότερους εργαζόμενους απ’ όσους απασχολούν. Η ΠΝΠ αναδεικνύει την πρόθεση της κυβέρνησης να λειτουργήσει το εμπόριο με λιγότερο από το 40% των εργαζομένων του κλάδου, επιβάλλοντας να τεθεί η πλειονότητα σε εκ περιτροπή εργασία και σε αναστολή σύμβασης. Ταυτόχρονα, θεσμοθετεί την απελευθέρωση του ωραρίου. Νωπή, είναι, άλλωστε, η μνήμη της επέκτασης ωραρίου μέσω «τουιταρίσματος» του υπουργού την Μ. Παρασκευή. Η απελευθέρωση του ωραρίου στο εμπόριο αποτελεί, άλλωστε, πάγιο και «διακαή» πόθο των πολυεθνικών, οι οποίες βλέπουν στην πανδημία την ευκαιρία για να τον πετύχουν» σημειώνει η Ομοσπονδία και καταλήγει:
«Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι, με τις νέες ΠΝΠ για τους όρους επαναλειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων, προστατεύεται η δημόσια υγεία και ενισχύεται η επιχειρηματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι, τα νέα μέτρα δεν αφορούν στη δημόσια υγεία, ενώ θα εξοντώσουν τη μικρομεσαία επιχείρηση, αφού ο περιορισμός των τετραγωνικών θα οδηγήσει το καταναλωτικό κοινό στα σημεία συνδυαστικής πώλησης (malls, εμπορικά κέντρα, πολυκαταστήματα) και στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Η τάση αυτή είναι εμφανής ήδη από την περίοδο της καραντίνας, κατά τη διάρκεια της οποίας ωφελήθηκαν οι μεγάλες αγορές τροφίμων και το ηλεκτρονικό εμπόριο, ενώ το 75% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εμπορίας τροφίμων υπέστη μείωση του τζίρου του και ανάλογη μείωση επισκεψιμότητας. Τα νέα μέτρα, που οδηγούν στην ισοπέδωση των εργαζομένων, θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στην ισοπέδωση και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του εμπορίου».
Πηγή: tvxs.gr
Κομβικό σημείο αποτελεί το ζήτημα της ρευστότητας, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζουν αδυναμία να ανταποκριθούν ακόμη και στα στοιχειώδη έξοδα του πρώτου διαστήματος της «επανεκκίνησης», με δεδομένο μάλιστα ότι προέρχονται από την άκρως «τραυματική» για τον κλάδο δεκαετία των μνημονίων. Την ίδια στιγμή, ακόμη και οι δηλώσεις πολλών κυβερνητικών στελεχών, όπως του υφυπουργού Οικονομικών, Γιώργου Ζαββού, περί «μη χρηματοδότησης επιχειρήσεων-ζόμπι» επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο το κλίμα.
«Θα περάσει τουλάχιστον ένας χρόνος για να επανέλθουμε στην κανονικότητα» λένε 2 στους 3
Η απαισιοδοξία που επικρατεί στις τάξεις των επαγγελματιών της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας καταγράφεται ανάγλυφα στις σχετικές έρευνες, που πραγματοποίησε το προηγούμενο διάστημα το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ.
Ειδικότερα, σε δείγμα 350 ιδιοκτητών επιχειρήσεων, που παρέμειναν κλειστές ή επλήγησαν σοβαρά λόγω της πανδημίας, σχεδόν 2 στους 3 (61%) απάντησαν ότι θεωρούν πως οι επιχειρήσεις τους θα επενέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας μετά από τουλάχιστον ένα έτος. Συγκεκριμένα, το 40% εκτιμά ότι θα χρειαστεί ένα έτος, ένα 14% θεωρεί πως περάσουν δύο χρόνια, ενώ το 7% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι θα χρειαστεί ακόμη μεγαλύτερο διάστημα.
Αντίθετα, μόλις το 19% των επιχειρηματιών θεωρούν πως αρκούν 2 έως 4 μήνες για την αποκατάσταση της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους, ενώ 19% θεωρεί ότι εντός ενός εξαμήνου κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Επιπλέον, το 51% χαρακτήρισε τις διαδικασίες για την ένταξη της επιχείρησής τους στα μέτρα ελάφρυνσης από τις συνέπειες της πανδημίας από «πολύ» έως «αρκετά» περίπλοκες.
Επιπλέον, το 51% χαρακτήρισε τις διαδικασίες για την ένταξη της επιχείρησής τους στα μέτρα ελάφρυνσης από τις συνέπειες της πανδημίας από «πολύ» έως «αρκετά» περίπλοκες.
Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα, το μέτρο που οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι χρήζει αναδιαμόρφωσης σε μεγαλύτερο βαθμό είναι η καταβολή αποζημίωσης ειδικού σκοπού των 800 ευρώ, αφού περισσότερες από τους μισούς επιχειρηματίες θα επιθυμούσαν μια πιο γενναιόδωρη προσέγγιση. Όπως σημειώνουν οι συντάκτες της έρευνας, αυτό το εύρημα σχετίζεται με την απουσία κάποιου σχετικού μέτρου μη επιστρεπτέας χρηματοδότησης (επιδότηση), το οποίο θα μεταφραστεί σε άμεση αύξηση της ρευστότητας. Επιπρόσθετα, πάνω από τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις θα επιθυμούσαν μια διαφορετική διαμόρφωση του μέτρου σχετικά με την καταβολή του ενοικίου, το οποίο και αποτελεί το υπ’ αριθμόν σημαντικότερο πάγιο έξοδό τους.
Τεράστιο το πρόβλημα ρευστότητας το πρώτο διάστημα
Για «πρωτόγνωρη κατάσταση» κάνει λόγο ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας, και προσθέτει: «Ένα είναι βέβαιο, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα δυσκολευτούν πολύ να επανέλθουν στους κανονικούς ρυθμούς τους. Είναι ήδη τραυματισμένες από την 10ετή κρίση των μνημονίων και με μηδενικούς τζίρους και υποχρεώσεις να τρέχουν, θα χρειαστούν για να επιβιώσουν ένα πραγματικό σοκ ρευστότητας από το Κράτος ή τις Τράπεζες ή συνδυαστικά και από τους δύο».
«Αυτό το οποίο απασχολεί έντονα τους επαγγελματίες του κλάδου μας είναι πού θα βρει ρευστότητα, καθώς πλην των 800 ευρώ τα οποία πήραν και τελευταίοι, δεν είχαν άλλα έσοδα. Θα χρειαστούν λοιπόν χρήματα για αλλαγή εμπορεύματος, αλλαγή βιτρίνας, πάγια έξοδα, πληρωμή ενοικίων, αλλά και έξοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή των νέων μέτρων ασφαλείας» σημειώνει μιλώντας στο tvxs ο κύριος Καρανίκας και συνεχίζει λέγοντας: «Αυτό που λείπει λοιπόν από μαγαζιά είναι η ρευστότητα. Κι αν δεν έρθει έστω και σταδιακά, όπως όλοι φανταζόμαστε κι ελπίζουμε, και με δεδομένο ότι πολλές υποχρεώσεις έχουν ήδη πάει πίσω, αντιλαμβάνεστε πως θα υπάρξει κίνδυνος μαζικών λουκέτων».
«Η πολιτεία οφείλει να βοηθήσει για αυτό το δύσκολο πρώτο διάστημα με διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία κι άλλες ενέσεις ρευστότητας, και μάλιστα ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις να μην έχουν τόσο έντονο το τραπεζικό στοιχείο» υπογραμμίζει.
Σχετικά με τις πρώτες εντυπώσεις από το άνοιγμα κάποιων καταστημάτων την Δευτέρα 4 Μαϊου, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα. Περιμένουμε με αγωνία την επόμενη Δευτέρα, γιατί η πρώτη επανεκκίνηση περιελάμβανε μόνο το 10% των επιχειρήσεών μας».
«Ελπίζω ότι ανοίξουν όλα τα καταστήματα, πλην βέβαια των εποχιακών. Υπάρχει όμως κι ο φόβος ότι κάποιοι ίσως να μην αντέξουνε. Όλα θα κριθούν βέβαια από το κατά πόσο θα επανέλθει η βασική χρηματοδότηση, που είναι η ομαλή κατανάλωση. Ξέρουμε βέβαια ότι αυτή δε θα επανέλθει αμέσως, ο τζίρος θα είναι αρκετά πεσμένος. Δεν μπορώ να το προσδιορίσω αυτή τη στιγμή, καθώς δεν υπάρχει καμιά απολύτως ανάλογη εμπειρία στο παρελθόν. Κινούμαστε σε τελείως αχαρτογράφητα νερά» σημειώνει ο κύριος Καρανίκας, ο οποίος εμφανίζεται ρεαλιστής αναφορικά με τις προοπτικές της επόμενης μέρας. «Είναι σαφές ότι υπάρχει ακόμη ανασφάλεια στον κόσμο. Πολύ σταδιακά και σε μεγάλος βάθος χρόνου θα αποκατασταθεί ο τζίρος» αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Αυτό που μπορούμε εμείς να κάνουμε και είναι στοίχημα για εμάς, είναι να δημιουργήσουμε ένα αίσθημα ασφάλειας στον καταναλωτή, ειδικά στα μικρά καταστήματα, ότι όντως μπορεί να ψωνίζει χωρίς φόβο» επισημαίνει ο κύριος Καρανίκας.
Τέλος, αναφορικά με τις προτάσεις που κατατίθενται εσχάτων από διάφορες μεριές για διεύρυνση του ωραρίου των καταστημάτων ή την «επανακατάθεση» της πρότασης για λειτουργία τις Κυριακές ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ είναι κάτι παραπάνω από σαφής: «Σε καμιά περίπτωση δεν μπαίνουμε σε τέτοια συζήτηση. Αυτά είναι προφάσεις. Υπάρχει προφανώς η σκέψη σε διάφορους κύκλους, οι οποίοι αφού δεν κατάφεραν να περάσουν κάποια πράγματα σε φυσιολογικές συνθήκες και θα προσπαθήσουν να τα περάσουν υπό έκτακτες. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση για εμάς. Όπως μας έδειξε άλλωστε και η εμπειρία της κυριακάτικης λειτουργίας την πρώτη εβδομάδα της καραντίνας, ούτε ουρές δημιουργήθηκαν ούτε συνωστισμός ούτε αύξηση του τζίρου» σημειώνει με νόημα.
Οι κυβερνητικές μεθοδεύσεις εντείνουν την ανασφάλεια στους εργαζόμενους στο εμπόριο
Την ίδια στιγμή, τον δικό τους «Γολγοθά» βιώνουν και οι εργαζόμενοι στο εμπόριο, καθώς αρκετοί φοβούνται πως μπορεί να βρεθούν είτε χωρίς δουλειά είτε σε αβέβαιο εργασιακό καθεστώς. Όπως επισημαίνει μάλιστα με ανακοίνωσή της η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων: «Η κυβέρνηση με τις νέες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (1/5/2020 και 3/5/2020), που αφορούν στην επαναλειτουργία των εμπορικών καταστημάτων, οδηγεί χιλιάδες εργαζόμενους στην εξόντωση, επιβάλλοντας αναστολή συμβάσεων και εκ περιτροπής εργασία με όχημα δήθεν τα μέτρα πρόληψης διασποράς του COVID-19».
Ειδικότερα, αναφέρεται ότι «με βάση τη νέα ΠΝΠ στα εμπορικά καταστήματα ο προσδιορισμός του επιτρεπόμενου ορίου παρουσίας ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο γίνεται μεικτά, αθροίζοντας δηλαδή εργαζόμενους και καταναλωτές. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται το φαινόμενο η εμπορική δραστηριότητα να πρέπει να πραγματοποιηθεί είτε με εργαζόμενους χωρίς πελάτες είτε με πελάτες χωρίς εργαζόμενους! Και τα δύο βέβαια οδηγούν στην καταστροφή του εμπορίου καταδικάζοντας τους εργαζόμενους σε “μερική ανεργία”, αλλά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε έναν αργό θάνατο. Υπενθυμίζουμε ότι, ο αντίστοιχος προσδιορισμός παρουσίας ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο στα καταστήματα, που λειτουργούσαν την περίοδο της καραντίνας και στην έξαρση της πανδημίας, αφορούσε αποκλειστικά στην παρουσία των πελατών. Σήμερα, φαίνεται ότι τα «επιστημονικά» δεδομένα άλλαξαν, όπως ακριβώς άλλαξαν και σε άλλες περιπτώσεις, “κατά διαβολική σύμπτωση” σε βάρος πάντα της “τσέπης” των εργαζομένων».
«Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η κυβέρνηση λειτουργώντας ως «λαγός», επιβάλλει διά μέσου του περιορισμού των ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο, ν’ ανοίξουν τα εμπορικά καταστήματα με πολύ λιγότερους εργαζόμενους απ’ όσους απασχολούν. Η ΠΝΠ αναδεικνύει την πρόθεση της κυβέρνησης να λειτουργήσει το εμπόριο με λιγότερο από το 40% των εργαζομένων του κλάδου, επιβάλλοντας να τεθεί η πλειονότητα σε εκ περιτροπή εργασία και σε αναστολή σύμβασης. Ταυτόχρονα, θεσμοθετεί την απελευθέρωση του ωραρίου. Νωπή, είναι, άλλωστε, η μνήμη της επέκτασης ωραρίου μέσω «τουιταρίσματος» του υπουργού την Μ. Παρασκευή. Η απελευθέρωση του ωραρίου στο εμπόριο αποτελεί, άλλωστε, πάγιο και «διακαή» πόθο των πολυεθνικών, οι οποίες βλέπουν στην πανδημία την ευκαιρία για να τον πετύχουν» σημειώνει η Ομοσπονδία και καταλήγει:
«Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι, με τις νέες ΠΝΠ για τους όρους επαναλειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων, προστατεύεται η δημόσια υγεία και ενισχύεται η επιχειρηματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι, τα νέα μέτρα δεν αφορούν στη δημόσια υγεία, ενώ θα εξοντώσουν τη μικρομεσαία επιχείρηση, αφού ο περιορισμός των τετραγωνικών θα οδηγήσει το καταναλωτικό κοινό στα σημεία συνδυαστικής πώλησης (malls, εμπορικά κέντρα, πολυκαταστήματα) και στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Η τάση αυτή είναι εμφανής ήδη από την περίοδο της καραντίνας, κατά τη διάρκεια της οποίας ωφελήθηκαν οι μεγάλες αγορές τροφίμων και το ηλεκτρονικό εμπόριο, ενώ το 75% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων εμπορίας τροφίμων υπέστη μείωση του τζίρου του και ανάλογη μείωση επισκεψιμότητας. Τα νέα μέτρα, που οδηγούν στην ισοπέδωση των εργαζομένων, θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στην ισοπέδωση και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του εμπορίου».
Πηγή: tvxs.gr