Την τραγούδησαν ο Αλκίνοος Ιωαννίδης και ο Μανώλης Μητσιάς αντιστοίχως -
Οι «Μέρες Επιταφίου» ήταν το μοναδικό αμιγώς θρησκευτικό έργο του ποιητή - στιχουργού Νίκου Γκάτσου. Γράφτηκε με σκοπό να μελοποιηθεί προφανώς από τον Μάνο Χατζιδάκι και ν' αποδοθεί από τον Μανώλη Μητσιά, έναν απ' τους πιο αγαπημένους τραγουδιστές του ποιητή, κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη ζώντος του Χατζιδάκι τουλάχιστον, όπως θα δούμε. Αποτελούμενη από έξι ποιήματα (Μεγάλη Δευτέρα - Μεγάλη Τρίτη - Μεγάλη Τετάρτη - Μεγάλη Πέμπτη - Μεγάλη Παρασκευή & Μέγα Σάββατον), η συγκεκριμένη ποιητική σύνθεση του Γκάτσου καταπιανόταν με το Θείο Δράμα και τις συνέπειες της τραγικής μοίρας του Θεανθρώπου στη μοίρα τελικά των άλλων ανθρώπων. Και πάλι οι επιρροές του ποιητή από το αθάνατο δημοτικό τραγούδι και την παράδοση ήταν κάτι παραπάνω από εμφανείς - για την ακρίβεια, οι «Μέρες Επιταφίου» εκλαμβάνονται άνετα σαν μία ελεύθερη στιχουργική απόδοση των πιο ποιητικών σπαραγμάτων της Καινής Διαθήκης από τον Γκάτσο, που δεν άφησε εκτός τις υπερρεαλιστικές καταβολές και αναφορές του.
Το 2007 ο μουσικός και συνθέτης Χ. Τσιαμούλης, γνωστός από τις Δυνάμεις του Αιγαίου στη δεκαετία του 1980, αλλά και από την ενασχόληση του με τη βυζαντινή και παραδοσιακή μουσική μέχρι σήμερα, κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Δωδεκάορτο», στο οποίο περιέχονταν ένα οργανικό θέμα και έντεκα θρησκευτικά τραγούδια του, ερμηνευμένα από μία πλειάδα σημαντικών τραγουδιστών (Ελένη Βιτάλη, Μανώλης Μητσιάς, Λιζέτα Καλημέρη, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Γιάννης Χαρούλης, Ασπασία Στρατηγού κ.α.) Κι ενώ οι στίχοι ανήκαν - μεταξύ άλλων - στον Διονύσιο Σολωμό, τον Αρθούρο Ρεμπό, τον Θωμά Κοροβίνη, τη Λιζέτα Καλημέρη και τον Βασίλη Νικολαΐδη, υπήρχε μελοποιημένο και ένα απόσπασμα από τις «Μέρες Επιταφίου» του Νίκου Γκάτσου: Επρόκειτο για τη «Μεγάλη Πέμπτη», το μοναδικό τραγούδι του δίσκου με τη συμμετοχή του Αλκίνοου Ιωαννίδη και μία από τις σπάνιες φορές που η στιχουργός και πνευματική κληρονόμος του ποιητή, Αγαθή Δημητρούκα, θα έδινε άδεια για μελοποίηση ενός μεμονωμένου ποιήματος του Γκάτσου. Απορίας άξιον είναι πώς και δεν τραγούδησε ο Μητσιάς τη συγκεκριμένη μελοποίηση του Τσιαμούλη, εφόσον συμμετείχε στο άλμπουμ και οι «Μέρες Επιταφίου» ήταν για τη φωνή του προορισμένες, όπως είπαμε.
Το τραγούδι του Τσιαμούλη ήταν, πραγματικά, υπέροχο! Θα έλεγα, μάλιστα, πως επρόκειτο για ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν με τη φωνή του Ιωαννίδη στο περιθώριο της προσωπικής του τραγουδοποιίας. Μία μπαλάντα με πιάνο και έγχορδα, με όμορφες αρμονίες και με ένα «τραγουδένιο» ρεφρέν, αν και σίγουρα δεν ήταν απ' τις συνθέσεις που ακολουθούσαν τη σύμβαση «κουπλέ - ρεφρέν». Κι ενώ στη χριστιανική παράδοση, η Μεγάλη Πέμπτη είναι η μέρα του Μυστικού Δείπνου του Χριστού με τους 12 Αποστόλους, ο Γκάτσος δεν ασχολήθηκε με το γεγονός καθαυτό. Ακολουθώντας τη ροή των προηγούμενων ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας, περιέγραψε στην ουσία ακόμη ένα μέρος της πορείας του Θεανθρώπου προς τον Σταυρό του Μαρτυρίου, καταλήγοντας με στίχους, που θα χαρακτηρίζονταν το απόγειο της ποιητικής του δυναμικής: «Θα ξανασπείρει καλοκαίρια στην άγρια παγωνιά του νου/ Αυτός που κάρφωσε τ' αστέρια στην άγια σκέπη τ' ουρανού/ κι εγώ κι εσύ κι εμείς κι οι άλλοι/ θα γεννηθούμε τότε πάλι». Ο Τσιαμούλης πιάστηκε απ' τις τελευταίες φράσεις του Γκάτσου και οδήγησε και το δικό του τραγούδι σε μία έξοδο σχεδόν καταπραϋντική για τα ώτα και την ψυχή του εκάστοτε ακροατή.
Μία επταετία μετά την πρώτη μελοποίηση του Τσιαμούλη στη «Μεγάλη Πέμπτη» του Γκάτσου, ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου ήταν εκείνος που προχώρησε στη μελοποίηση ολόκληρου του έργου, καθ' υπόδειξιν - σύμφωνα με τον ίδιο - της Αγαθής Δημητρούκα και του Μανώλη Μητσιά. Είχε προηγηθεί ακόμη ένας δίσκος του σε στίχους του Γκάτσου, το «Λουλούδι στη φωτιά» με ερμηνεύτρια τη Φωτεινή Δάρρα, που καλό θά'ναι να το ξεχάσουμε όλοι, πιστεύω. Οι «Μέρες Επιταφίου» ήταν ένα φιλόδοξο μουσικό εγχείρημα για τον Παπαδημητρίου, αντίστοιχο του προγενέστερου σε ποίηση Κ. Π. Καβάφη, που του έδωσε ξανά την ευκαιρία να ασχοληθεί με τις συμφωνικές φόρμες, φτιάχνοντας μία «Συμφωνική Ορθόδοξη Λειτουργία» με χορωδία, ψάλτη - λαϊκό τραγουδιστή (Μανώλης Μητσιάς), σοπράνο (Μυρσίνη Μαργαρίτη) και τρία ελληνικά όργανα: Πολίτικη λύρα (Σωκράτης Σινόπουλος), κανονάκι (Γιάννης Δριμάλας) και σαντούρι (Στέλλα Βαλάση). Το έργο παρουσιάστηκε στις 14 Απριλίου του 2014 στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Ιδρύματος Ωνάση, ηχογραφήθηκε και την επόμενη χρονιά κυκλοφόρησε σε δίσκο, σε μία επιμελημένη έκδοση, από τη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών. Στη ζωντανή ηχογράφηση συμμετείχαν η Καμεράτα - Ορχήστρα Φίλων της Μουσικής και χορωδία υπό τη διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού.
Οι μελοποιήσεις στη «Μεγάλη Πέμπτη» του Γκάτσου, τόσο από τον Τσιαμούλη, όσο και από τον Παπαδημητρίου, δεν σημείωσαν ιδιαίτερη απήχηση και αυτό οφείλεται σε αρκετούς λόγους: Πρώτα απ' όλα στη φύση του project, δηλαδή σε τραγούδια θρησκευτικά ή και θρηνητικά, για να'μαστε πιο σωστοί, που δεν τα προτιμούν τα ραδιόφωνα για τις λίστες τους. Έπειτα στο λεγόμενο «έντεχνο», το είδος δηλαδή στο οποίο υπάγονταν, που τότε επίσης σημείωνε τη μεγάλη του κάμψη ύστερα από μία εικοσαετία απόλυτης επικράτησης. Κι αν το τραγούδι του Τσιαμούλη το στήριξε ο Αλκίνοος Ιωαννίδης σε κάποιες δικές του συναυλίες, το ίδιο δεν θα μπορούσε να συμβεί και με τον Μητσιά, που είχε τραγουδήσει μία και μοναδική φορά «ζωντανά» ολόκληρο το έργο. Δεν παύουν ωστόσο ν' αποτελούν δύο σημαντικά τραγούδια και δύο εξίσου σημαντικές στιγμές στη μεταθανάτια συνεύρεση του ποιητή Νίκου Γκάτσου με δύο δημιουργούς της σημερινής Ελλάδας. Η «Μεγάλη Πέμπτη» του Τσιαμούλη και του Παπαδημητρίου, του 2007 και του 2014 αντιστοίχως, είναι μία Μεγάλη Πέμπτη που μπορεί ν' ακούγεται το 2020 ή και τις επόμενες χρονιές που θά'ρθουν.
Πηγή: koutipandoras.gr